ΕΔΩ στὴν ἁμαρτωλή μας γῆ, ἡ ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ὁ τόπος ὅπου μποροῦμε νὰ βροῦμε καταφύγιο ἀπὸ τὶς καταιγίδες τῆς ζωῆς. Εἶναι τὸ ἀσφαλὲς Λιμάνι τῆς Σωτηρίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μιὰ εἰκόνα τοῦ Οὐρανοῦ στὴν γῆ, ὅπου ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς ὁ ἴδιος, ὁ Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι παρὼν μυστικῶς καὶ ἀνεξιχνιάστως. Στὴν Ἐκκλησία, ὅπως ἀναφέρει ἕνας ὕμνος, «αἱ Δυνάμεις τῶν Οὐρανῶν σὺν ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσιν». Εἶναι ἡ Κιβωτὸς τῆς σωτηρίας καὶ ὁ τόπος ἀναπαύσεως τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος κατοικεῖ ἐν μέσῳ τῶν πιστῶν Του, σύμφωνα μὲ τὴν θεία ὑπόσχεση τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ ἡμῶν: «ὅπου εἰσὶ δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμὶ ἐν τῷ μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. ιη΄ 20).
Ἡ Ἐκκλησία δύναται νὰ ἀποκληθεῖ ὀρθῶς ὡς ἕνα σχολεῖο πίστεως καὶ εὐσεβείας. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης γράφει θεόσοφα στὸ Ἡμερολόγιό του: «Στὴν Ἐκκλησία, στὴν ἀρχιτεκτονική της καὶ στὰ διάφορα τμήματά της, στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες, μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν θείων Γραφῶν, τὴν ψαλμωδία, τὰ σύμβολα, ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης, ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὁλόκληρη ἡ Οἰκονομία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου παριστάνεται ζωντανά, σὰν σὲ χάρτη, στὰ εἰδικὰ καὶ γενικά της χαρακτηριστικά».
Τί μαθαίνει ὁ Χριστιανὸς στὴν Ἐκκλησία; Θεία Σοφία, τὴν ὁποίαν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἔφερε στὴν γῆ. Ἐδῶ ὁ πιστὸς θὰ μάθει τὶς λεπτομέρειες τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Σωτῆρος, θὰ γνωρίσει τοὺς βίους καὶ τὶς διδασκαλίες τῶν Ἁγίων, ὅσων δηλαδὴ εὐαρέστησαν στὸν Θεό.
Ἐπίσης, λαμβάνει μέρος στὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ἡ κοινὴ προσευχὴ τῶν πιστῶν εἶναι μία ἰσχυρὰ δύναμις! Καὶ τὸ πιὸ σπουδαῖο, ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ συμμετάσχει στὰ ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, κατόπιν βεβαίως τῶν ἀναγκαίων προϋποθέσεων ποὺ ἀπαιτοῦνται κάθε φορά, ὥστε νὰ λαμβάνει τὴν σωστικὴ Χάρη καὶ Ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας. Ἀκόμη, ὁ κάθε πιστὸς δύναται νὰ σχετίζεται ἄμεσα, πραγματικὰ καὶ πνευματικὰ μὲ τὴν Παναγίας μας, τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους καὶ πάντας τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ νιώθει μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἐν οὐρανοῖς καὶ ἐπὶ γῆς, ζῶντας τὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Γι’ αὐτό, θὰ πρέπει νὰ εὐσερχόμαστε στὴν Ἐκκλησία μὲ πνευματικὴ χαρὰ καὶ δέος. Νὰ θυμόμαστε ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Σωτῆρας μας Χριστὸς ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ μᾶς ἀναπαύσει ἀπὸ τοὺς κόπους καὶ τοὺς πόνους μας: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιόντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια΄ 28).
Νὰ εἰσερχόμαστε στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ κάθε φορὰ μὲ ταπείνωση καὶ πραότητα, ὥστε νὰ φεύγουμε δικαιωμένοι, σὰν τὸν ταπεινὸ Τελώνη τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅταν εἰσερχόμαστε στὴν Ἐκκλησία καὶ βλέπουμε τὶς ἅγιες Εἰκόνες, νὰ σκεπτόμαστε ὅτι ὁ Σωτῆρας καὶ Κύριός μας καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοί Του μᾶς παρακολουθοῦν· τοῦτο θὰ μᾶς ἐμπνέει ἕνα αἴσθημα βαθιᾶς εὐλαβείας καὶ φόβου Θεοῦ.
Στὴν Θεία Λειτουργία, οἱ πιστοὶ δίδουν ὀνόματα συγγενῶν καὶ φίλων γιὰ μνημόνευση, γιὰ τὴν ὑγεία τῶν ζώντων καὶ χωριστὰ γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν κεκοιμημένων. Τὰ ὀνόματα θὰ πρέπει νὰ γράφονται εὐανάγνωστα καὶ ὅπως δόθηκαν στὸ ἅγιο Βάπτισμα, δηλαδὴ ὄχι ὑποκοριστικά. Κάθε Ναὸς βέβαια ἔχει στὸ ἱερὸ Βῆμα τὰ Δίπτυχα, τὰ ὀνόματα δηλαδὴ ζώντων καὶ κεκοιμημένων τῶν βασικῶν ἐνοριτῶν του. Ὁπότε, ὅταν τὰ ὀνόματά μας εἶναι βέβαιον ὅτι μνημονεύονται, δίδουμε ἁπλῶς ὀνόματα σὲ εἰδικὲς περιστάσεις: ζώντων σὲ ὀνομαστικὲς ἑορτές, σὲ εἰδικὲς ἀνάγκες π.χ. ἀσθενείας ἤ δοκιμασίας κλπ., καὶ κεκοιμημένων σὲ ἐπετείους Τρισαγίων ἤ Μνημοσύνων.
Ἡ ἁγία Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὸν εὐλογημένο χῶρο σχέσεως καὶ κοινωνίας ἀκόμη καὶ μὲ τοὺς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, μὲ ὅλους τοὺς προγόνους καὶ συγγενεῖς μας, γιὰ τοὺς ὁποίους δεόμεθα καὶ παρακαλοῦμε σὲ κάθε Θ. Λειτουργία γιὰ τὴν ἀνάπαυση καὶ ἀνακούφιση τῶν ψυχῶν τους, μέχρι τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, καὶ γιὰ τὴν παρηγορία παρὰ Θεοῦ τῶν ζώντων. Εἰδικὰ τὰ Σάββατα, τελοῦμε Τρισάγια ἤ καὶ Μνημόσυνα πρὸς ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν γιὰ ὅσους κάνουμε καὶ προσφέρουμε τὰ καθιερωμένα Κόλλυβα.
Τὰ κεριὰ ποὺ ἀνάβουμε στὰ μανουάλια πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦνται μὲ σεβασμό. Εἶναι σύμβολα τῆς φλογερῆς προσευχῆς μας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, τῆς Παναγίας Μητρός Του καὶ τῶν Ἁγίων. Ἀποτελοῦν θυσία προσευχῆς γιὰ ὅσους τὰ ἀνάπτουν καὶ γιὰ ἐκείνους, ζῶντες ἤ κεκοιμημένους, ὑπὲρ τῶν ὁποίων ἀνάπτονται. Πρέπει βέβαια τὰ κεριὰ νὰ εἶναι ἀπὸ ἁγνὸ καὶ καθαρὸ μελισσοκέρι καὶ ὄχι ἀπὸ παραφίνη ἤ ἄλλα θλιβερὰ ὑποκατάστατα.
Εἶναι καλὸ νὰ ἔχουμε ἕνα σταθερὸ μέρος στὸν Ἐκκλησία, ὅπου νὰ στεκόμαστε. Λαμβάνουμε τὴν θέση μας ἀθόρυβα. Ἄν ἡ θέση μας ἐν τούτοις εἶναι κατειλημμένη, μὴ δυσανασχετοῦμε, ἀλλὰ ἄς βροῦμε κάποια ἄλλη θέση ἐκείνη τὴν φορά.
Νὰ πηγαίνουμε στὴν Ἐκκλησία ἐγκαίρως, εἰ δυνατὸν ὅσο πιὸ νωρὶς γίνεται, ὄχι ἀργά, σὲ ὥρα προχωρημένη, ποὺ ἡ Ἀκολουθία ἤ ἡ Θ. Λειτουργία θὰ ἔχει ὁλοκληρωθεῖ σὲ λίγη ὥρα. Αὐτὸ δείχνει ἔλλειψη ζήλου καὶ ἔλλειψη ἀγάπης γιὰ τὸν Θεό. Ἄν συμβεῖ νὰ καθυστερήσουμε, ἄς φροντήσουμε νὰ μὴν ἐνοχλοῦμε αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἤδη προσεύχονται. Μερικοὶ καὶ ἰδίως μερικὲς (μεγάλης κατὰ βάσιν ἡλικίας) ὅταν ἔλθουν στὸν Ναό, μέχρι νὰ κάνουν τὶς ἀπαραίτητες συνεννοήσεις γιὰ κεριὰ κλπ. καὶ νὰ λάβουν ἐπὶ τέλους τὴν θέση τους, προξενοῦν δυστυχῶς μεγάλο θόρυβο, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο συνιστᾶ ἀταξία καὶ δὲν πρέπει νὰ συμβαίνει ἔτσι.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ἄς μὴ περιφερόμαστε στὸν Ναὸ πότε γιὰ τὴν μία αἰτία καὶ πότε γιὰ τὴν ἄλλη. Μόνο κάποιος διακονητὴς ποὺ ἔχει τὴν σχετικὴ ἐντολὴ μπορεῖ νὰ κάνει κινήσεις ἀπαραίτητες γιὰ τὴν διεξαγωγὴ τῆς Θείας Λατρείας. Θὰ πρέπει νὰ προσκυνοῦμε τὶς Εἰκόνες ὅταν εἰσερχόμαστε μὲ εὐλάβεια, ἀλλὰ ὄχι μὲ ὑπερβολικὴ καθυστέρηση. Δὲν εἴμαστε μόνοι μας στὸν Ναὸ ὥστε νὰ συμπεριφερόμαστε μὲ ὅλη μας τὴν ἄνεση σὰν στὸ σπίτι μας. Περιμένουν πιθανῶς καὶ ἄλλοι πιστοί. Ἰδίως μὴ πηγαίνουμε νὰ ἀσπασθοῦμε τὶς Εἰκόνες τοῦ Τέμπλου. Αὐτὲς λέγονται Δεσποτικὲς καὶ προορίζονται μόνον γιὰ τοὺς Κληρικοὺς ὅταν λαμβάνουν «καιρόν», ποὺ εἶναι μιὰ εἰδικὴ σύντομη Ἀκολουθία ὅταν πρόκειται νὰ τελέσουν τὴν Θ. Λειτουργία. Οἱ πιστοὶ προσκυνοῦν τὶς Εἰκόνες τῶν Προσκυνηταρίων.
Ὅλες οἱ κινήσεις θὰ πρέπει νὰ ἀποφεύγονται στὴν διάρκεια ἐκείνων τῶν τμημάτων τῆς Ἀκολουθίας, ὅπου ἀπαιτεῖται εἰδικὴ συγκέντρωση καὶ προσευχή, ὅπως γιὰ παράδειγμα στὰ Δοξαστικά, στὴν Μεγάλη Δοξολογία, στὴν Μικρὰ καὶ Μεγάλη Εἴσοδο, στὸν Τρισάγιο ὕμνο, στὸ Εὐαγγέλιο, στὸν Χερουβικὸ ὕμνο, μετὰ τὴν Μεγάλη Εἴσοδο καὶ μέχρι τὸ Κοινωνικό (ὅπου περιλαμβάνονται ἡ ἁγία Ἀναφορά, τὸ «Πιστεύω», ὁ Καθαγιασμὸς τῶν τιμίων Δώρων τὸ «Ἄξιόν ἐστιν», τὸ «Πάτερ ἡμῶν» κ.λπ.), ὅταν εὐλογεῖ ἤ θυμιάζει ὁ Λειτουργός, στὴν ἔξοδο τῶν Τιμίων Δώρων γιὰ τὴν Θ. Κοινωνία κ.λπ.
Στὸν Ναὸ δὲν ὁμιλοῦμε μεταξύ μας, ἀλλὰ προσευχόμαστε! Μὲ τὸν Θεὸ συνομιλοῦμε διὰ τῆς προσευχῆς μας, ἀποφεύγοντες πάσῃ θυσίᾳ τίς συνομιλίες μὲ τοὺς ἄλλους Χριστιανούς. Ἄν ἔχουμε πάει στὸν Ναὸ καὶ διαταράσσουμε τὴν ἡσυχία μὲ τὶς δυνατὲς καὶ συνεχεῖς συνομιλίες μας μὲ τοὺς ἄλλους, τοὺς θορύβους καὶ τὴν φασαρία μας, τότε ἀλίμονο, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀντὶ νὰ δικαιωθοῦμε, προσθέτουμε νέα σοβαρὰ ἁμαρτήματα γιὰ τὴν ἀσέβειά μας, ἀποτελοῦντες μάλιστα αἰτία σκανδαλισμοῦ καὶ δυσφορίας στοὺς ἄλλους ἐκκλησιαζομένους.
Ὁ χρόνος μας πρέπει νὰ γεμίζει στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες μὲ συγκεντρωμένη προσευχή. Ἐν πρώτοις εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὶς δωρεές Του, ἐπίσης παρακαλοῦμε γιὰ τὰ αἰτήματά μας ποὺ εἶναι τόσο πολλὰ καὶ ἐπείγοντα, ἐξομολογούμαστε τὶς ἁμαρτίες καὶ τὰ λάθη μας ἐκζητοῦντες θείαν ἄφεση καὶ ἔλεος. Δὲν πρέπει νὰ χάνουμε στιγμή! Δὲν γνωρίζουμε πόσες ἀκόμη εὐκαιρίες ἐκκλησιασμοῦ θὰ ἔχουμε στὴν ζωή μας. Στὸν Ναὸ περιστέλλουμε τὰ πάθη μας καὶ δὲν σκεπτόμαστε ἀρνητικά, μὲ ἐμπάθεια καὶ κακία, οὔτε αὐτοδικαιωτικά. Στρέφουμε τὸν ἀκράτητο νοῦ μας στὸν Θεὸ καὶ ἀναλογιζόμενοι τὴν ἀπόσταση ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὴν τελειότητα καὶ ἁγιότητά Του, ζητοῦμε ἔλεος καὶ συγχώρηση. Ἄν ξεφεύγει ὁ νοῦς μας, ὅπως συνηθίζει νὰ κάνει, σὲ μάταια καὶ κοσμικά, ἤ ἀκόμη καὶ ἁμαρτωλὰ πράγματα, τὸν ἐπαναφέρουμε σὲ τάξη, τὸν συμμαζεύουμε καὶ πάλι στὴν ὀρθὴ λειτουργία του, στὴν προσευχὴ καὶ τὴν προσοχή. Αὐτὸ συνιστᾶ ἀγῶνα μεγάλο καὶ δύσκολο, γι’ αὐτὸ καὶ μέχρι νὰ φθάσουμε νὰ δρέψουμε καρποὺς ἀγαθοὺς χάριτος καὶ εὐλογίας, θὰ πρέπει νὰ κοπιάσουμε πολύ, χωρὶς νὰ δυσανασχετοῦμε, χωρὶς νὰ καταβαλλόμαστε, χωρὶς νὰ ἀπελπιζόμαστε. Ὁ Κύριος ἀναμένει τὴν συνεχῆ προσπάθειά μας καὶ ἔτσι μᾶς διέταξε νὰ κάνουμε ἐφ’ ὅρου ζωῆς, ὥστε νὰ τύχουμε τοῦ θείου Ἐλέους Του.
Στὸν Ναὸ μὴν παρατηροῦμε τοὺς ἄλλους γύρω μας περίεργα καὶ ἀπερίσκεπτα σὰν ἐλαφρόμυαλοι ἤ σὰν κατάσκοποι· παρὰ νὰ συγκεντρώνουμε καὶ νὰ κατευθύνουμε ὅλες τὶς σκέψεις μας στὸν Θεὸ καὶ στὴν ἱερὰ Ἀκολουθία, ὅπως εἴπαμε. Τί θλιβερὸ θέαμα εἶναι νὰ κοιτάζουν μὲ περίεργο τρόπο ἄνδρες πρὸς τὴν πλευρὰ τῶν γυναικῶν, ἤ καὶ τὸ ἀντίστροφο, γυναῖκες πρὸς τὸν πλευρὰ τῶν ἀνδρῶν! Αὐτὸ ἀποδεικνύει ὑποχώρηση σὲ κακοὺς λογισμοὺς καὶ ἀπώλεια τῆς συναισθήσεως γιὰ ποιόν λόγο πηγαίνουμε στὴν Ἐκκλησία: ὄχι γιὰ νὰ προσθέσουμε ἁμαρτίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ ἁμαρτίες! Κι ἐμεῖς κάνουμε τὸ ἀντίθετο;!
Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ἱστάμεθα κανονικὰ ὄρθιοι· μόνον ἄρρωστοι, ἀνάπηροι καὶ ὑπερήλικες ἐπιτρέπεται νὰ κάθονται στὰ στασίδια ἤ σὲ καθίσματα, ἄν καὶ αὐτοὶ σὲ εἰδικὲς στιγμὲς τῆς Ἀκολουθίας -ποὺ προαναφέρθηκαν- σηκώνονται ἐπίσης ὄρθιοι. Ὑπάρχουν φυσικὰ τμήματα στὴν διάρκεια τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ποὺ ἐπιτρέπεται νὰ καθήσει κάποιος μὲ προσοχὴ καὶ συστολή. Ὅμως, τὸ νὰ κάθονται οἱ πιστοὶ ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἔλθουν στὸν Ναὸ μέχρι τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ φύγουν ἤ πάντως κατὰ τὸ μεγαλύτερο διάστημα τῆς ἐκεῖ παρουσίας τους, ἀνεξαρτήτως ἄν ἐπιτρέπεται ἤ ὄχι, φανερώνει ὅτι πῆγαν ἁπλῶς γιὰ νὰ «παρακολουθήσουν» τὴν θεία Λατρεία καὶ ὄχι γιὰ νὰ συμμετάσχουν μὲ τρόπο ἐνεργὸ στὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἁπλούστατα καλὴ καὶ σοβαρὴ προσευχὴ δὲν ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸ καθισιό, ἀλλὰ μὲ τὴν ὀρθοστασία. Μόνον ὀρθὸς ὁ ἄνθρωπος κουράζεται ἀγωνιζόμενος καὶ μπορεῖ νὰ ἀπευθυνθεῖ στὸν Θεὸ ὥστε ἡ προσευχή του καὶ τὸ αἴτημά του νὰ εἰσακουσθοῦν.
Ὅταν ὁ Ἱερεὺς θυμιάζει τὸν Ναό, πρέπει νὰ παραμερίζουμε ὑποκλινόμενοι, χωρὶς νὰ κάνουμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Δὲν σταυροκοπιόμαστε στὸ θυμίαμα! Οἱ περισσότεροι πιστοὶ δὲν γνωρίζουν δυστυχῶς αὐτὸ τὸ ἁπλὸ πρᾶγμα. Ὑποκλινόμαστε ἐπίσης ὅταν ὁ Λειτουργὸς λέγει «Εἰρήνη, πᾶσι» καὶ ὅταν εὐλογεῖ τοὺς πιστοὺς μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, μὲ τὸν τίμιο Σταυρὸ ἤ καὶ μὲ τὴν χεῖρα του. Στὸν καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων (κατὰ τὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν»), στὸ «Τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις», ὅπως καὶ στὴν ἔξοδο τῶν Τιμίων Δώρων γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία, πρέπει νὰ κάνουμε βαθιὰ ὑπόκλιση (μετάνοια καὶ σταυρό). Τὶς καθημερινές, στὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν» κανονικὰ γονατίζουμε, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου, κατὰ τὴν ὁποία δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κλίνουμε γόνυ.
Ὅταν λαμβάνουμε εὐχὴ ἀπὸ τὸν Ἀρχιερέα ἤ τὸν Ἱερέα, ἀσπαζόμενοι τὸ χέρι τους γιὰ τὴν ἱερωσύνη ποὺ φέρουν, κάνουμε ἁπλῶς ὑπόκλιση καὶ ὄχι τὸν σταυρό μας. Εἶναι σοβαρὸ λάθος νὰ κάνουμε τὸν σταυρό μας προκειμένου νὰ λάβουμε εὐχή. Ὅταν εἶναι νὰ προσκυνήσουμε Εἰκόνα, ἤ Λείψανο ἤ κάποιο ἱερὸ ἀντικείμενο τότε κάνουμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ὅπως καὶ σὲ κάποια σημεῖα τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ποὺ ἀναφέρουμε ἐν συνεχείᾳ, ὄχι ὅμως ἐνώπιον ζῶντος ἀνθρώπου, ἔστω καὶ ρασοφόρου.
Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ, νὰ ἀναφέρουμε ὅτι ὅταν εἶναι παρὼν Ἀρχιερέας καὶ λαμβάνουμε εὐχὴ ἀπὸ αὐτόν, ὅπως εἶναι τὸ ὀρθὸ καὶ ἀναμενόμενο, δὲν χρειάζεται νὰ λάβουμε εὐχὴ καὶ ἀπὸ τοὺς πιθανῶς παρόντας Ἱερεῖς. Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἀρχιερέως μᾶς καλύπτει καὶ ὑπεραρκεῖ. Δὲν τίθεται θέμα παρεξηγήσεως. Μὴ σκεπτόμαστε ἀνθρώπινα σὲ πνευματικὰ θέματα ἐκκλησιαστικῆς τάξεως. Παρατηροῦμε ὅτι οἱ πιστοί μας δυστυχῶς δὲν γνωρίζουν αὐτὸ τὸ ἁπλὸ πρᾶγμα, καὶ παρὰ τὸ ὅτι λαμβάνουν ἀρχιερατικὴ εὐχὴ καὶ εὐλογία, προσπαθοῦν ἐν συνεχείᾳ ἐπιτακτικὰ νὰ λάβουν εὐχὴ καὶ ἀπὸ τὸν παρόντα ἤ τοὺς παρόντες Ἱερεῖς. Αὐτὸ δὲν χρειάζεται!
Στὸν Ναὸ στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες συμμετέχουμε προσεκτικὰ καὶ καρδιακά, ἑνωμένοι μὲ τὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι πρέπον νὰ κάνουμε τὸν σταυρό μας (ἕναν καὶ καλὸ σταυρό) σὲ κάθε ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἰδίως στὴν ψαλμωδία τοῦ Τρισαγίου ὕμνου, ὅπως καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν δεήσεων, αἰτήσεων καὶ συναπτῶν ὑπὸ τοῦ Ἱερέως. Ἐπίσης, κάνουμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ κατὰ τὴν ἔναρξη καὶ λήξη κάθε προσευχῆς, ὅταν εἰσερχόμαστε στὸν Ναό, ὅταν προσκυνοῦμε τὶς ἅγιες Εἰκόνες, ὅταν ἀνάπτουμε κεριά, καὶ ὅταν ἀπερχόμαστε ἀπὸ τὸν Ναό. Τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ ὅμως πρέπει νὰ γίνεται συνειδητὰ καὶ προσεκτικά, δίχως βιασύνη, διότι πράττοντες τοῦτο, ἐπικαλούμεθα τὸ Ἔλεος καὶ τὴν Χάρη τοῦ Κυρίου μας. Διαφορετικά, μᾶς ἐμπαίζει ὁ πειρασμός, ὁ ὁποῖος δὲν θέλει οἱ χριστιανοὶ νὰ κάνουν ὀρθὰ τὸν σταυρό τους.
Προσοχὴ χρειάζεται -ὅπως καὶ εἰδικὴ μέριμνα- νὰ μὴν ἔχουμε ἀνοικτὰ τὰ κινητά μας τηλέφωνα, διότι μπορεῖ ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ χτυπήσουν μὲ τὴν εἰδικὴ κλήση τους, ἤ καὶ μὲ τὴν μουσική τους! (Μπορεῖ νὰ ἀκουσθοῦν δυστυχῶς στὶς πιὸ ἱερὲς στιγμὲς τὰ πιὸ ἀπίθανα ἤ καὶ ἔξαλλα μουσικὰ ἀκούσματα!). Τοῦτο ὅμως εἶναι ἀνεπίτρεπτο, ἀποτελεῖ ἱεροσυλία ὅπως καὶ μεγάλη ἁμαρτία, ἀποδιώκει τὴν γαλήνη καὶ ἱερότητα, δημιουργεῖ ταραχὴ καθὼς καὶ τὴν πιὸ δυσάρεστη ἔκπληξη! Εἶναι καιρὸς νὰ ἀναλογισθοῦμε τὴν εὐθύνη μας καὶ νὰ σοβαρευτοῦμε. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαταράσσουμε τὴν κοινὴ Λατρεία καὶ νὰ γινόμαστε αἴτιοι δημιουργίας τέτοιου εἴδους συγχύσεως καὶ πειρασμοῦ.
Ἄν εἰσέρχεσθε στὸν Ναὸ μὲ παιδιά, συνηθίσατέ τα νὰ προσεύχονται μὲ εὐλάβεια. Γιὰ νὰ συμβεῖ ὅμως αὐτό, οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς πρέπει νὰ ἀποτελοῦν πρότυπα προσευχῆς καὶ εὐλαβείας! Ἄν δὲν γνωρίζουν οἱ ἴδιοι καλῶς αὐτὰ τὰ πράγματα ὄχι μόνο νὰ τὰ διδάσκουν ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόζουν σωστά, τότε πῶς θα παραδειγματίσουν τὰ παιδιά τους; Ἄν ἕνα μικρὸ παιδὶ ἀρχίσει νὰ θορυβεῖ ἤ νὰ κλαίει, βγάλτε το ἔξω ἤ ἀπομονῶστε το σὲ χῶρο ποὺ δὲν θὰ ἀκούγεται. Οἱ πιστοὶ πρέπει βέβαια νὰ εἶναι συγκαταβατικοὶ στὰ παιδιά, ἐνθυμούμενοι ὅτι ὁ Κύριός μας προέτρεπε τοὺς γονεῖς νὰ φέρνουν τὰ παιδιὰ πρὸς Αὐτόν. Ὅμως αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι θὰ ὑπάρχει τόσο ὑπερβολικὴ ἀνοχή, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν οἱ πιστοὶ νὰ συγκεντρωθοῦν καὶ νὰ προσευχηθοῦν ἀπὸ τὸν θόρυβο, τὶς κινήσεις καὶ τὴν φασαρία τῶν παιδιῶν. Ὅπου ὑπάρχει συνεχόμενος θόρυβος καὶ συνεχὴς κίνηση, εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐπιτελεσθεῖ προσευχὴ καὶ λατρεία Θεοῦ μὲ σοβαρότητα καὶ ἐπίγνωση.
Τὸ πιὸ συνετὸ εἶναι τὰ παιδιὰ ποὺ λόγῳ ἡλικίας δὲν καταλαβαίνουν καὶ προξενοῦν θόρυβο, νὰ βρίσκονται ἐκτὸς τοῦ κυρίως Ναοῦ, σὲ κάποιον παρακείμενο χῶρο, σὲ κάποιο Παρεκκλήσιο, αἴθουσα ἤ εἰδικὰ διαμορφωμένο χῶρο γι’ αὐτά, ὅπου ὅμως θὰ εἶναι καλὸ νὰ ἀκοῦν τὴν Θεία Λειτουργία μέσῳ ἠχείου ἤ καὶ νὰ βλέπουν μέσῳ ὀθόνης -ἄν ὑπάρχει τέτοια δυνατότητα. Αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ τὴν καλύτερη λύση ἀκριβείας, ἀλλὰ στὴν ἐποχή μας εἶναι κάτι τὸ ἀπαραίτητο. Τὰ παιδιὰ εἶναι πλέον ἰδιαίτερα ζωηρά, συνηθισμένα στὸν θόρυβο καὶ τὴν φασαρία ἀπὸ τὰ σπίτια τους καὶ γενικὰ ἀπὸ τοὺς χώρους ὅπου συχνάζουν, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτρέψουμε νὰ μετατρέπουν τὴν Θεία Λειτουργία, ἀπὸ τὴν στιγμὴ τέλος πάντων ποὺ θὰ ἔλθουν στὸν Ναό, σὲ χῶρο θορύβου, κλάμματος, φωνῶν, γέλιων, τσιρίδων, ξεφωνητῶν κ.λπ.. Τότε δὲν εἴμαστε πλέον Ἐκκλησία Θεοῦ ἀλλὰ παιδικὴ χαρά! Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς φυλάξει!
Ἄν πάλι τὰ ἀφήσουμε ὅλα μαζὶ ἐλεύθερα καὶ χωρὶς ἐπίβλεψη στὴν αὐλὴ τοῦ Ναοῦ, τότε συνήθως ἀρχίζουν ἐκεῖ θορυβώδη παιχνίδια, οἱ δὲ φωνές τους ἀντηχοῦν ἐντὸς τοῦ ἐκκλησιάσματος ἰδίως τὸ θέρος ποὺ τὰ παράθυρα εἶναι ἀνοικτά. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἀποτελεῖ λύση καὶ δὲν συνιστᾶ ἐκκλησιασμό. Οἱ γονεῖς ἔχουν μεγάλη εὐθύνη νὰ διατηροῦν ἐπαφὴ μὲ τὰ παιδιά τους, εἶναι ἐντὸς εἴτε ἐκτὸς τοῦ Ναοῦ, ὥστε αὐτὰ νὰ μὴν ἐκτρέπονται σὲ βαθμὸ ἀνυπόφορο καὶ ἀνεπίτρεπτο. Ἡ θυσία καὶ ὁ ἐκκλησιασμὸς τῶν γονέων αὐτὸς εἶναι -ὅταν τὰ παιδιά τους εἶναι μικρά, ἕως ὅτου μεγαλώσουν κάπως καὶ λογικευθοῦν, ἄν πρέπει νὰ διατηρήσουμε στοιχειωδῶς τὴν ἐκκλησιαστική μας τάξη, ὑπόσταση καὶ ταυτότητα.
Στὸν Ναὸ πηγαίνουμε γιὰ νὰ συμμετάσχουμε στὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας, νὰ λάβουμε μέρος στὴν λογικὴ λατρεία, νὰ ἐπικοινωνήσουμε μὲ τὸν Κύριο, νὰ ἀκούσουμε τὰ ἱερὰ γράμματα τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ἀκροασθοῦμε προσεκτικὰ τὸν θεῖο λόγο, νὰ λάβουμε τὰ ἅγια Μυστήρια γιὰ τὸν ἁγιασμό μας. Πηγαίνουμε γιὰ νὰ δεχθοῦμε εἰρήνη, πραότητα, γαλήνη καὶ εὐλογία. Δὲν πηγαίνουμε σὲ ἕναν τόπο ταραχῆς καὶ φασαρίας, ὅπου ἀφήνονται τὰ παιδιὰ ἤ καὶ οἱ μεγάλοι στὶς διαθέσεις τους, ὥστε νὰ μετατρέπουν τὸν ἱερὸ χῶρο σὲ κάτι τὸ κοινὸ καὶ κοσμικό, ποὺ νὰ ἐπικρατεῖ ἡ φασαρία καὶ ὁ θόρυβος τοῦ κόσμου τούτου.
Κάτι ἄλλο σημαντικὸ εἶναι νὰ μὴν κρίνουμε τὰ ἀκούσια λάθη αὐτῶν ποὺ τελοῦν καὶ λαμβάνουν μέρος στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες· εἶναι πιὸ ὀφέλιμο νὰ βλέπουμε τὶς ἐλλείψεις μας καὶ νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο τὴν συγχώρεση τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν. Ἄν παρατηρήσουμε κάτι, τὸ ὁποῖο μᾶς διασπᾶ τὴν προσοχή, ἄς μὴν ἐκνευριζόμαστε, ἀλλὰ ἄν δὲν ἀντέχουμε νὰ ὑποφέρουμε τὸν πειρασμό, εἶναι καλύτερο νὰ μετακινηθοῦμε διακριτικὰ σὲ ἄλλο μέρος.
Δὲν σπεύδουμε πάντως νὰ κάνουμε ἀπὸ μόνοι μας παρατηρήσεις καὶ διορθώσεις, ἄν δὲν μᾶς ὑποδειχθεῖ νὰ κάνουμε κάτι τέτοιο. Δὲν λαμβάνουμε ἀπὸ μόνοι μας πρωτοβουλίες. Ἁπλῶς μποροῦμε νὰ ἐνημερώσουμε σὲ περίπτωση ἀνάγκης κάποιον ὑπεύθυνο, ἄν ὑπάρχει τέτοιος. Μερικοὶ αὐτόκλητοι σπεύδουν νὰ διορθώσουν ἄλλους, μὲ τρόπο μάλιστα ἀδιάκριτο καὶ θορυβώδη, λησμονῶντας ὅτι κανεὶς δὲν τοὺς ὅρισε διορθωτὲς τῶν ἄλλων. Ἀλλὰ καὶ οἱ ὑπεύθυνοι καλὸ καὶ συνετὸ εἶναι νὰ κάνουν τὶς τυχὸν παρατηρήσεις τους μὲ τρόπο ἁρμόζοντα, ἤρεμο καὶ ἀποφασιστικό, ὄχι προστακτικὰ μὲ φωνὲς ὑπέρμετρες καὶ συμπεριφορὰ ἀνοίκεια. Μὴ λησμονοῦμε -ἀκόμη καὶ ὅσοι ἀναλαμβάνουμε ἔργο διορθωτοῦ καὶ ταξιθέτου τῶν ἄλλων, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀπαιτεῖ ἕνα ἦθος σεβασμοῦ, ἀκεραιότητος, σοβαρότητος καὶ ἐπιεικείας.
Ποτὲ νὰ μὴ φεύγουμε ἀπὸ τὸν Ναὸ πρὶν ἀπὸ τὸ τέλος τῆς Ἀκολουθίας, ἐκτὸς κι ἄν συντρέχει πολὺ σοβαρὴ ἀνάγκη, διότι εἶναι ἁμαρτία στὸν Θεό.
Κατὰ ἀρχαιοπαράδοτη τάξη, οἱ ἄνδρες ἵστανται στὸ δεξιὸ μέρος τοῦ Ναοῦ καὶ οἱ γυναῖκες στὸ ἀριστερό. Δὲν εἶναι ὀρθὸ νὰ ὑπάρχει ἀνάμειξη διότι τοῦτο εἶναι ἀνάρμοστο ἀπὸ κάθε ἄποψη. Γιὰ τὶς γυναῖκες ὑπάρχει συνήθως καὶ ὁ γυναικωνίτης. Ὁ κεντρικὸς χῶρος τοῦ Ναοῦ, ἀπὸ τὴν κυρίως εἴσοδο μέχρι τὸ ἱερὸ Βῆμα, παραμένει ἐλεύθερος.
Ὅταν ἐρχόμαστε στὸν Ναό, εἴμαστε ἐνδεδυμένοι κατάλληλα: τὰ ροῦχα μας πρέπει νὰ εἶναι καθαρὰ καὶ διακριτικά· στενὰ ἤ κοντὰ παντελόνια γιὰ τοὺς ἄνδρες καὶ κοντὰ καὶ ἀποκαλυπτικὰ φορέματα γιὰ τὶς γυναῖκες δὲν ἐπιτρέπονται· οἱ ὦμοι καὶ τὰ χέρια πρέπει νὰ εἶναι καλυμμένα. Τὰ κοντομάνικα ἐπίσης ροῦχα δὲν ἐπιτρέπονται ἐντὸς τοῦ Ναοῦ. Ἐννοεῖται ὅτι ἰδιαιτέρως γυναῖκες μὲ παντελόνια ἀποτελοῦν κάτι τὸ τελείως ἀνάρμοστο γιὰ Ἐκκλησία, ὅπως ἄλλωστε καὶ γιὰ τὴν ἐμφάνισή τους ὁπουδήποτε. Αὐτὰ δὲν ἀφοροῦν μόνο τὴν Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ κάθε ἱερὸ Μυστήριο, τὸ ὁποῖο τελεῖται στὸν Ναό. Διότι τὴν περίοδο εἰδικῶς τοῦ θέρους, σὲ Βαπτίσεις καὶ Γάμους κυριαρχεῖ συνήθως -ἐκτὸς ἐξαιρέσεων- τόση κοσμικότητα στὸ ντύσιμο καὶ στὸν καλλωπισμὸ ἰδίως τῶν γυναικῶν, ποὺ καταλύεται κάθε ἔννοια σεβασμοῦ καὶ ἱερότητος. Πρόκειται γιὰ κάτι μὴ ἐπιτρεπτὸ τουλάχιστον στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας Δικαιοδοσίας.
Οἱ γυναῖκες ὀφείλουν νὰ ἔχουν καλυμμένη τὴν κεφαλὴ καὶ γενικὰ νὰ μὴν «βάφονται» (πρόσωπο, μαλλιά). Αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ ὑποτιμητικὴ διάκριση εἰς βάρος τους, ἀλλὰ δόξα καὶ τιμή, σύμφωνα μὲ τὸν θεῖο τρόπο σκέψεως. Τὸ κάλυμμα (μαντίλα) στὶς γυναῖκες εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἀποτελεῖ δισχιλιετῆ Παράδοση τῶν Ὀρθοδόξων. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καταργηθεῖ βάσει τοῦ κοσμικοῦ πνεύματος ποὺ ἔχει σήμερα κατακυριεύσει τὶς φιλάρεσκες γυναῖκες κοσμικοῦ πνεύματος καὶ φρονήματος. Ἄν δὲν ταπεινωθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη καὶ στὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνισή του, ἀλλὰ νομίζει ὅτι πηγαίνει στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ κάνει ἐντύπωση καὶ προβολή, τότε εἶναι ἀδύνατον νὰ σχετισθεῖ μὲ τὸν Θεὸ στὰ σοβαρά. Ὁ ἱερὸς χῶρος τοῦ Ναοῦ ἐπιβάλλει τὴν ἀνάλογη ἐμφάνιση καὶ στάση ἐντὸς αὐτοῦ. Βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ μόνον μὲ ταπείνωση καὶ συντριβὴ εἶναι δυνατὸν νὰ σταθοῦμε ἐπαξίως ἐνώπιον τῆς θείας Παρουσίας Του.
Ἕνα σημαντικὸ θέμα εἶναι ἐπίσης ἡ συνειδητὴ συμμετοχὴ στὴν Θεία Εὐχαριστία. Προηγεῖται ἐξομολόγηση καὶ συνεννόηση μὲ τὸν Πνευματικὸ πατέρα γιὰ τὸ πότε καὶ πῶς αὐτὴ θὰ γίνεται. Δὲν εἶναι σωστὸ καὶ δὲν ἐνδείκνυται οἱ πιστοί, ἄνδρες ἤ γυναῖκες, νὰ πηγαίνουν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θείας Λατρείας στὸ παραπόρτι τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καὶ νὰ ἀπασχολοῦν τὸν Λειτουργό, διακόπτοντας τὴν προσοχὴ καὶ προσευχή του, μὲ θέματα καὶ ἐρωτήματα ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία. Κάθε συνεννόηση θὰ πρέπει νὰ ἔχει προηγηθεῖ ἀπὸ τὴν προηγούμενη ἡμέρα. Οἱ πιστοὶ ἄν ἔχουν νὰ παραδώσουν τὶς προσφορές τους, νὰ τὸ κάνουν μέσῳ τοῦ προσώπου ποὺ διακονεῖ, ἄν ὑπάρχει τέτοιο, ἤ τέλος πάντων οἱ ἴδιοι νὰ ἀφήνουν ἀθόρυβα στὸν καθορισμένο τόπο τὴν προσφορά τους χωρὶς συζητήσεις καὶ ἐξηγήσεις.
Ὅσοι εἶναι νὰ κοινωνήσουν, προσέρχονται μὲ φόβο Θεοῦ, πίστη καὶ ἀγάπη, γεμᾶτοι δέος καὶ κατάνυξη. Μὲ σταυρωμένα τὰ χέρια στὸ στῆθος (τὸ προστατευτικὸ μάκτρο/εἰδικὸ κόκκινο ὕφασμα τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου κρατοῦν κανονικὰ μὲ προσοχὴ καὶ διάκριση πρόσωπα ὁρισμένα πρὸς τοῦτο), καλὰ ἀνοικτὸ τὸ στόμα, ἀφοῦ προφέρουν καθαρὰ τὸ ὄνομά τους ἄν δὲν τοὺς γνωρίζει προσωπικὰ ὁ Λειτουργός, λαμβάνουν προσεκτικὰ τὴν ἁγία Λαβίδα ἐντός τους, χωρὶς βιασύνη καὶ ἀδεξιότητα γιὰ τὴν ἀποφυγὴ τῆς ὁποιασδήποτε ζημίας πρᾶγμα ποὺ ἀποτελεῖ φοβερὸ ἁμάρτημα.
Θυμίζουμε τὸ γνωστόν, ὅτι στοὺς Ἱεροὺς Ναούς μας κοινωνοῦν μόνον πιστοὶ οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν στὴν Ἱερὰ Μητρόπολή μας Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος καὶ γενικὰ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος (Πατρίου Ἡμερολογίου).
Στὴν Θεία Κοινωνία, γιὰ καθαρὰ πρακτικοὺς λόγους προηγοῦνται κανονικὰ τὰ μικρὰ παιδιά. Χρειάζεται ὅμως ἰδιαίτερη προσοχὴ διότι κάποτε ἡ Θεία Κοινωνία τῶν παιδιῶν καταντᾶ κάτι τὸ πραγματικὰ ἐπίφοβο καὶ ἐπικίνδυνο, ὅταν αὐτὰ θορυβοῦν, κλαῖνε, ταρακουνοῦν ὅλο τὸ σῶμα τους, τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια τους, καὶ σφίγγουν δυνατὰ τὸ στόμα τους, ἰδίως ὅταν ἀρνοῦνται πεισματωδῶς νὰ κοινωνήσουν. Ἀπαιτεῖται προσοχή: ἄν τὸ βρέφος ἤ τὸ μικρὸ παιδὶ δὲν ἐπιθυμεῖ ἐπ’ οὐδενὶ λόγῳ νὰ κοινωνήσει, δὲν πιέζουμε ἐπὶ πλέον τὴν κατάσταση, ὥστε νὰ προκληθεῖ κίνδυνος ζημίας καὶ πτώσεως τοῦ ἁγίου Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Ἁπλῶς, ἄν παρὰ τὶς προσπάθειές μας δὲν ἐπιτυγχάνεται ἡ Θεία Κοινωνία, δὲν ἐπιμένουμε φορτικὰ πέραν τοῦ δέοντος. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα δὲν θὰ κοινωνήσει τὸ βρέφος ἤ τὸ μικρὸ παιδί. Ἄς δείξουμε κατανόηση καὶ ἄς φερθοῦμε σοβαρὰ καὶ ὑπεύθυνα. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διακινδυνεύσουν τὰ Ἅγια ἐπειδὴ ἔτσι ἐπιμένει κάποια χριστιανὴ μητέρα, νουνά, θεία, γιαγιά κλπ. Κάποια παιδιὰ μάλιστα φτύνουν αὐτὸ ποὺ λαμβάνουν! Τοῦτο εἶναι φοβερό! Χρειάζεται μεγάλη προσοχὴ καὶ ἐνημέρωση τοῦ Λειτουργοῦ γιὰ νὰ λάβει τὰ μέτρα του. Πάντως, παιδιὰ ποὺ παρουσιάζουν τακτικὰ προβληματικὴ συμπεριφορά, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ κοινωνοῦν συχνά. Ὅταν «στρώσουν» καὶ δὲν ὑπάρχει κίνδυνος, τότε μποροῦν νὰ κοινωνοῦν.
Ἀλλὰ καὶ τὰ μεγαλύτερα παιδιά, πρέπει νὰ τὰ διδάξουμε ὅτι ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι κάτι πολὺ ὑψηλό, φοβερό, μεγάλο καὶ μοναδικό. Δὲν γίνεται ἀπὸ συνήθεια. Δὲν εἶναι μιὰ ὑποχρεωτικὴ ρουτίνα. Χρειάζεται προετοιμασία, λίγη νηστεία, συγχώρεση καὶ συμφιλίωση, ἐπίσης ἐξομολόγηση ἀπὸ τὴν ἡλικία τὸ πολὺ τῶν ἑπτὰ ἐτῶν. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔρχονται μεγαλύτερα παιδιὰ γιὰ Θεία Κοινωνία σὰν νὰ πρόκειται γιὰ βρέφη. Τὰ παιδιὰ πονηρεύουν ἀπὸ πολὺ μικρά! Χρειάζεται ὁπωσδήποτε νὰ δοῦν προηγουμένως Πνευματικό, μὲ τὸν ὁποῖον νὰ ἐπικοινωνοῦν γιὰ νὰ μάθουν τὴν ὀρθὴ τάξη τῆς Ἐκκλησίας ἐγκαίρως. Εἶναι ἀνάγκη πάντως νὰ συνειδητοποιήσουν, ὅτι γιὰ νὰ κοινωνήσουν πρέπει κάποια πράγματα νὰ θυσιάσουν ἰδίως ἀπὸ τὴν παραμονή, ἀκόμη καὶ τὸν πρωινὸ ὕπνο τους.
Ἐπίσης, γιὰ νὰ κοινωνήσουν οἱ μεγάλοι, πρέπει νὰ εἶναι ὁπωσδήποτε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Θείας Λειτουργίας, ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία…». Τὰ δὲ παιδιά, νὰ εἶναι παρόντα ἀρκετὰ πρὶν ἀπὸ τὴν ἔξοδο τοῦ ἁγίου Ποτηρίου. Μόνον τὰ βρέφη ἀγκαλιᾶς δικαιολογεῖται νὰ ἔλθουν τελευταία στιγμή. Τὰ ἄλλα παιδιὰ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔρχονται ἐκ τῶν ὑστέρων μὲ τοὺς γονεῖς, καὶ νὰ ζητοῦν ἤ καὶ νὰ ἀπαιτοῦν τὴν Θ. Κοινωνία ἀφοῦ τελειώσει ἡ Θεία Λειτουργία! Αὐτὸ δικαιολογεῖται μόνον σὲ πολὺ εἰδικὲς περιπτώσεις μικρῶν παιδιῶν, ὅταν π.χ. κάποιοι ἔρχονται ἀπὸ μακριά, ἀπὸ ἄλλη πόλη καὶ εἶχαν μεγάλο ταξίδι νὰ κάνουν προκειμένου νὰ ἔλθουν στὸν Ναό, ὅταν ὑπάρχει σοβαρὴ ἀσθένεια κ.λπ..
Τὰ παιδιὰ ποὺ καταλαβαίνουν, ἄνω τῶν τριῶν-τεσσάρων ἐτῶν, θὰ πρέπει κανονικὰ νὰ μάθουν κάποια βασικὰ πράγματα νὰ τηροῦν, ἄν θὰ πρέπει νὰ κοινωνοῦν τακτικὰ ἤ καὶ κάθε Κυριακή. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φωνασκοῦν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Λατρείας ἀκόμη καὶ ἐκτὸς Ναοῦ, στὴν αὐλὴ τῆς Ἐκκλησίας, πιθανὸν νὰ μαλλώνουν μεταξύ τους, νὰ χτυπιοῦνται, νὰ λέγουν ἤ νὰ κάνουν ἄσχημα πράγματα καὶ καμώματα, ὅπως προείπαμε, κατόπιν δὲ νὰ ἔρχονται γιὰ μιὰ μικρὴ διακοπὴ προκειμένου νὰ λάβουν τὴν Θ. Κοινωνία στὴν ὥρα της, καὶ μετὰ νὰ ἐξέρχονται πάλι γιὰ νὰ συνεχίσουν τὸ ξέφρενο παιχνίδι τους! Ὅλο αὐτὸ εἶναι κάτι θλιβερὸ καὶ ἀποδεικνύει ἔλλειψη συναισθήσεως, ἀφοῦ ὑποβιβάζει τὸ μεγαλύτερο Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας σὲ κάτι τὸ ἐντελῶς πρόχειρο, σὰν ἕνα κοινὸ καὶ συνηθισμένο συμβάν, ὅπως κάθε τι ἄλλο στὴν ζωή.
Πῶς θὰ ξεχωρίσουν αὐτὰ τὰ παιδιὰ τὴν σημασία τῆς πράξεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ κατ’ ἐξοχὴν Μυστηρίου της; Καὶ πῶς θὰ συγκρατηθοῦν μεγαλώνοντας ὥστε νὰ μὴν περιπέσουν στὰ πάθη ποὺ θὰ ἀρχίσουν νὰ ξυπνοῦν μέσα τους; Μποροῦν νὰ ἐκτιμήσουν καὶ νὰ ἐπιτρέψουν τὸ θεῖο Μυστήριο νὰ ἐκδηλώσει τὴν δύναμη καὶ χάρη Του καὶ νὰ δράσει μέσα τους σωστικά, προστατευτικὰ καὶ ὁδηγητικά; Ἄν ναί, τότε καλῶς. Ἄν ὄχι, τότε αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὑποβιβάσαμε (ἔστω καὶ ἄθελά μας) ἀκόμη καὶ τὰ θεῖα Δῶρα τῆς Ἐκκλησίας σὲ μιὰ συνήθεια ποὺ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἡλικία καὶ ἀπὸ τὴν ἀπουσία κάποιων μᾶλλον ἀκουσίων βιολογικῶν συμβάντων, καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν πνευματικὴ κατάσταση καὶ συναίσθηση αὐτοῦ ποὺ προσέρχεται ἔστω καὶ ἄν εἶναι μικρὸς στὴν ἡλικία. Ἡ πνευματικὴ κατάσταση ὅμως ἀποτελεῖ προϋπόθεση ἀκατάκριτης συμμετοχῆς στὸ μέγα Μυστήριο, ὄχι ὁ ἀριθμὸς τῶν χρόνων ζωῆς. Εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀναθεωρήσουμε κάποια πράγματα καὶ νὰ λάβουμε ὑπ’ ὄψιν κάποια πιὸ σοβαρὰ κριτήρια. Παρατηροῦμε ὅτι ὑπάρχει μεγάλη ἄγνοια καὶ ἐκτροπὴ στὸ θέμα αὐτὸ καὶ ὅλοι εἴμαστε ὑπεύθυνοι. Καιρὸς καὶ πάλι νὰ σοβαρευτοῦμε καὶ νὰ ὀρθοδοξοποιηθοῦμε.
Ἄν ἀπὸ μικρὴ ἡλικία μέσῳ κατάλληλου Πνευματικοῦ ὑπάρχει καλὴ καὶ συνετὴ καθοδήγηση τοῦ μικροῦ παιδιοῦ, ἀγοριοῦ ἤ κοριτσιοῦ, ὑπάρχει ἐλπίδα γιὰ συνέχιση τῆς μυστηριακῆς ζωῆς -ἔστω καὶ κατὰ πιὸ ἀραιὸ διάστημα- ἀκόμη καὶ στὰ δύσκολα χρόνια τῆς ἐφηβείας καὶ κατόπιν. Αὐτὸ εἶναι τὸ φυσιολογικὸ καὶ ἀναμενόμενο στὴν Ἐκκλησία, καὶ ὄχι ἡ πλήρης σχεδὸν ἀπουσία ἕως ἐξαφάνιση τοῦ νέου ἤ τῆς νέας ἀπὸ τὸ ἅγιο Ποτήριο, στὸ ὁποῖο μέχρι πρότινος -λόγῳ ἁπλὰ ἡλικίας καὶ συνήθειας- εἶχε τὸ ἐλεύθερο νὰ κοινωνεῖ σχεδὸν σὲ κάθε Θ. Λειτουργία! Μετά; Ξαφνικὰ μεταβάλλονται ὅλα; Πῶς γίνεται αὐτό; Ἀπὸ πότε καὶ γιατὶ γίνεται αὐτό; Ὅταν δηλαδὴ εἴμαστε μικροὶ τότε ἔχουμε αὐτονόητα ἀξιότητα, καὶ μόλις μεγαλώσουμε λίγο γινόμαστε ξαφνικὰ ἀνάξιοι;! Τί δὲν πάει καλὰ στὴν αὐτοματοποιημένη αὐτὴ κατάσταση, ποὺ νὰ χρήζει ἄμεσης ἀντιμετώπισης καὶ διόρθωσης; Εἴθε νὰ ὑπάρξει τακτοποίηση καὶ διόρθωση!
Ἡ λειτουργία Κατηχητικοῦ σχολείου στὶς Ἐκκλησίες μας εἶναι βέβαια μιὰ ἀναγκαιότητα, καὶ ὅπου αὐτὸ συμβαίνει ἀποτελεῖ εὐλογία. Πρόκειται γιὰ ὕστατη προσπάθεια νὰ περισώσουμε κάτι στὴν σημερινὴ ἐποχὴ τῆς κατάπτωσης τῶν πάντων, νὰ καλλιεργήσουμε στὶς ψυχὲς τῶν παιδιῶν τὴν πίστη καὶ τὴν εὐλάβεια, νὰ τὰ ἀπασχολήσουμε δημιουργικὰ καὶ ἐποικοδομητικά, νὰ δείξουμε τὸ ἐνδιαφέρον μας γι’ αὐτά, ἀφοῦ ἀποτελοῦν τὸ μέλλον μας. Σημειωτέον ὅτι Κατηχητικὸ μπορεῖ νὰ γίνεται ἀμέσως μετὰ τὴν Θ. Κοινωνία, ὥστε νὰ δοθεῖ πνευματικὴ διέξοδος στὰ παιδιὰ κατὰ τὸ τέλος τῆς Θ. Λειτουργίας, ὅμως αὐτὸ δὲν μπορεῖ καὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ γίνεται νωρίτερα (πρὶν ἀπὸ τὴν Θ. Κοινωνία). Ἐπίσης, τοὺς θερινοὺς μῆνες δὲν λειτουργεῖ τὸ Κατηχητικό, καὶ ἔτσι ὅσα προβλήματα θίξαμε στὸ παρὸν κείμενό μας παραμένουν καὶ ἀναμένουν τὴν -ἄς ἐλπίσουμε καὶ εὐχηθοῦμε- κατὰ Θεὸν ἀντιμετώπισή τους ἀπὸ τοὺς Κληρικούς, τοὺς ὑπευθύνους τάξεως τῶν Ἱερῶν Ναῶν, ἐφ’ ὅσων ὑπάρχουν τέτοιοι, ἀλλὰ κυρίως καὶ πρωτίστως ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς γονεῖς.
Εἶναι ἀκόμη ἀναγκαῖο νὰ θυμίσουμε ὅτι ὅσοι κοινωνοῦν πρέπει νὰ παραμένουν στὸν Ναὸ γιὰ νὰ ἀκούσουν τὴν Εὐχαριστία μετὰ τὴν Θεία Κοινωνία, ἡ ὁποία ἀναγινώσκεται ἀπὸ Ἱεροψάλτη κατὰ τὴν διάρκεια τῆς διανομῆς τοῦ Ἀντιδώρου. Ἄρα, ὅσοι ἀναμένουν νὰ λάβουν ἀντίδωρο πρέπει νὰ παραμένουν σιωπηλοὶ διότι ἡ προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔχει ἀκόμη τελειώσει. Δὲν εἶναι ὀρθὸ καὶ πρέπον οἱ πιστοὶ νὰ ἀρχίσουν νὰ μιλοῦν μεταξύ τους μεγαλόφωνα μέσα στὸν Ναό, ὥστε καὶ πάλι νὰ χαλοῦν τὴν τάξη καὶ ἱεροπρέπεια καὶ νὰ μετατρέπουν τὸν ἁγιασμένο χῶρο σὲ κοσμικὸ τόπο συγκέντρωσης. Πολλοὶ καὶ ἰδίως πολλές, ἔχουν τὴν κακὴ συνήθεια νὰ ἀρχίζουν συζητήσεις πρὶν ἀκόμη νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναό, σχεδὸν στὴν πόρτα, ἀλλὰ ἐντὸς τοῦ Ναοῦ καὶ ὄχι ἐκτός! Προτρέπουμε ἔντονα νὰ παύσει αὐτὸ τὸ ἀπρεπὲς φαινόμενο, τὸ ὁποῖο ἀποδεικνύει ἄγνοια καὶ ἀπροσεξία. Μποροῦμε νὰ μιλήσουμε χαμηλόφωνα καὶ ἤρεμα μὲ γνωστούς μας, ἀφοῦ βγοῦμε μὲ τὸ καλὸ ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναό, ὄχι εὑρισκόμενοι ἀκόμη ἐντὸς αὐτοῦ.
Ἀλλὰ καὶ ἐκτὸς Ναοῦ, ὅσοι ἐκκλησιάστηκαν καὶ μάλιστα ὅσοι κοινώνησαν, πρέπει νὰ παραμένουν προσεκτικοί, ἀποφεύγοντας τὰ πολλὰ λόγια, τὶς θορυβώδεις συζητήσεις καὶ γενικὰ τὴν ἀταίριαστη συμπεριφορά. Διότι διαφορετικὰ χάνουν ὅ,τι μὲ κόπο καὶ ἀγῶνα εἶχαν συνάξει κατὰ τὴν θεία Λατρεία, λόγῳ ἀπροσεξίας καὶ ἔλλειψης αὐτοκυριαρχίας καὶ πνευματικῆς συναισθήσεως. Μὴ χαροποιοῦμε τὸν πονηρὸ μὲ τέτοιους εἴδους ἐκτροπές, ποὺ εἶναι σοβαρὲς καὶ ὄχι ἀσήμαντες, καὶ μὴ λυποῦμε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο!
Τέλος, ὑπεράνω ὅλων, οἱ ἐνορῖτες πρέπει νὰ ἔχουν ἀμοιβαία ἀγάπη καὶ συγχωρητικότητα μεταξύ τους, διάθεση γιὰ πνευματικὴ ζωὴ καὶ κατανόηση τοῦ περιεχομένου τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν. Ἄν ἐρχόμαστε στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ μὲ εὐλάβεια, ἄν εἴμαστε ταπεινοὶ στὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς Κληρικοὺς καὶ μεταξύ μας, καὶ ἄν, ὅσο παραμένουμε στὸν Ναό, ἀναγνωρίζουμε ὅτι βρισκόμαστε στὸν Οὐρανὸ καὶ λατρεύουμε τὸν Θεὸ «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ», «ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ», μὲ μετάνοια, εὐλάβεια καὶ φόβο Θεοῦ, μὲ ὑπακοὴ καὶ τήρηση τῶν θείων Ἐντολῶν, τότε ὁ Κύριός μας θὰ ἐκπληρώνει τὰ αἰτήματά μας, θὰ Τὸν ἐγγίζουμε ὅλο καὶ περισσότερο καὶ θὰ λαμβάνουμε πλούσια τὴν σωστικὴ χάρη καὶ εὐλογία Του. Τότε θὰ αὐξάνουμε πνευματικὰ ἐν Χριστῷ καὶ θὰ προετοιμαζόμαστε ἀληθινὰ γιὰ τὴν αἰώνια συγκατάλεξή μας ἐνώπιον τοῦ Θρόνου τῆς Μεγαλωσύνης ἐν τοῖς Οὐρανοῖς, στὴν Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν!
+Ὁ Μητροπολίτης ΓΟΧ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος ΚΛΗΜΗΣ
Λάρισα, Μάϊος 2024