Απόσπασμα παλαιότερης Ομιλίας στο Ευαγγέλιο της αναστάσεως του υιού της χήρας της Ναΐν (Γ’ Λουκᾶ)

Σεβ/του Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί και αδελφές, ακούσαμε την ευαγγελική περικοπή που ο Κύριός μας ανέστησε τον υιό της χήρας στο χωριό Ναΐν στην αγία γη.

Και αυτό έγινε όταν πριν από δύο χιλιάδες χρόνια ο Κύριός μας, όπως είπε το άγιο Ευαγγέλιο κι όπως ομολόγησε ο λαός που ήταν μάρτυρας των εξαισίων θαυματουργιών του, «επεσκέψατο τον λαόν αυτού»﮲ όταν ο Κύριός μας κατήλθε χωρίς να χωριστεί από τον θρόνο τον Πατρικό και «εσκήνωσεν εν ημίν»﮲ ὀταν έγινε άνθρωπος σαν εμάς, έλαβε σάρκα και αίμα και ήρθε να μας βρει εδώ στην γη αυτή, «εν χώρα και σκιά θανάτου»﮲ εδώ που βασιλεύει ο πόνος, εδώ που βασιλεύει η θλίψη και η δυστυχία, εδώ που κυριαρχεί ο θάνατος.

Ήλθε για να γίνει σαν εμάς, ώστε ν’ αντιμετωπίσει τον θάνατο από κοντά. Ήλθε να γίνει σαν εμάς, για να δει πόσο θλιβόμαστε ενώπιον του θανάτου, πόσο λυπούμεθα ενώπιον του θανάτου. Ήλθε εδώ ανάμεσά μας ο αιώνιος, ο αθάνατος και άκτιστος Θεός, Αυτός που είναι έξω από τον χώρο και τον χρόνο και μας έπλασε για ζωή και για αθανασία. Ήλθε να δει πού βρεθήκαμε εμείς τα πλάσματά Του, που αποστατήσαμε και φύγαμε από κοντά Του -και όποιος φεύγει από την πηγή της Ζωής, οπωσδήποτε περνάει στο σκοτάδι και στον θάνατο, εκεί που βασιλεύει ο θάνατος, ο ψυχικός θάνατος πρώτα, και ο σωματικός θάνατος ύστερα.

Γιατί εδώ είναι που η αγία Γραφή και η Εκκλησία δίνουν την περισσότερη προσοχή, στο σημείο και στο θέμα του πνευματικού θανάτου. Πρώτα έρχεται ο πνευματικός θάνατος εξαιτίας της αμαρτίας, δηλαδή ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεό﮲ πρώτα η ψυχή, το πνεύμα του ανθρώπου χωρίζεται από τον Θεό με την παρακοή, όπως και έγινε, και μετά επακολουθεί σε λίγα ή σε πολλά χρόνια και ο θάνατος ο σωματικός.

Πάντως όταν η Αγία Γραφή ομιλεί για «πρώτον θάνατον» δεν εννοεί τον σωματικό θάνατο. Ο «πρώτος θάνατος» είναι όταν ο άνθρωπος αμαρτάνει, όταν ο άνθρωπος χωρίζεται από τον Θεό. Φεύγει από την πηγή της Ζωής κι ύστερα ο άνθρωπος ασφυκτιά, μοιραίως το πνεύμα του ασφυκτιά, δεν μπορεί να ζήσει﮲ ψάχνει υποκατάστατα βεβαίως, ψάχνει διάφορες ενασχολήσεις, από κάπου να πιαστεί για να ζήσει το πνεύμα, αλλά δεν μπορεί να ζήσει με την πραγματική, την καθαυτό ζωή, την αθανασία δηλαδή, για την οποία μας έπλασε ο Θεός, την αιώνια ζωή, και μοιραίως φυτοζωεί…

Φυτοζωεί και πεθαίνει, πεθαίνει μακριά από τον Θεό, λαμβάνει βεβαίως κάποια σπαράγματα της Χάριτος του Θεού που υπάρχουν διάχυτα στην ανθρωπότητα, στην γνώση. Αλλά αυτά δεν είναι ικανά να θρέψουν την ψυχή και να ζήσει ο άνθρωπος, να ξεπεράσει τα δεσμά του «πρώτου θανάτου». Μοιραίως μετά έρχεται και ο σωματικός θάνατος.

Εάν μπορούσαμε ν’ απεγκλωβιστούμε από αυτόν τον φαύλο κύκλο δεν θα ήταν ανάγκη ο Αιώνιος, ο Άκτιστος Θεός ν’ αφήσει τους Ουρανούς, χωρίς να χωριστεί από τον Πατέρα και να έρθει στην γη αυτή κοντά μας. Αν μπορούσαμε μόνοι μας να λυτρωθούμε, δεν θα ερχόταν ο Λυτρωτής ανάμεσά μας. Η φθορά ενυπάρχει μέσα μας όχι από την στιγμή που γεννιόμαστε, αλλά από την στιγμή που γίνεται η σύλληψή μας μέσα από την κοιλιά της μητέρας μας﮲ από τότε αρχίζει η διαδικασία της φθοράς, αρχίζει η διαδικασία του θανάτου.

Πολλά βρέφη -όπως ξέρουμε- δεν προλαβαίνουν να γεννηθούν, δεν προλαβαίνουν να δουν το φως του ήλιου, αλλά πεθαίνουν μέσα στην κοιλιά της μητέρας τους. Δεν εννοώ φυσικά αυτά τα οποία σκοτώνουν ανυπεράσπιστα, αυτά τα οποία σκοτώνουν αυτοί που δεν είναι γονείς, που είναι χειρότεροι κι από τα άλογα κτήνη, δεν εννοώ αυτό. Αλλά εννοώ έναν φυσικό θάνατο που επέρχεται ακόμη και μέσα στην κοιλιά της μητέρας.

Γι’ αυτό έρχεται ο Χριστός μας για να διδάξει και να νικήσει πρώτα την αμαρτία, να μας διδάξει τον τρόπο να νικήσουμε την αμαρτία, τον «πρώτον θάνατον» δηλαδή, και ύστερα να δοκιμάσει και ο Ίδιος τα «δεσμά του θανάτου». Έρχεται για να δοκιμάσει τα «δεσμά του θανάτου», γι’ αυτό και έλαβε σώμα φθαρτό, για να μας διδάξει πώς να ξεπερνούμε την αμαρτία, τον «θάνατον τον πρώτον», και να δοκιμάσει και ο ίδιος τελικά, ο Αναμάρτητος, που δεν δοκίμασε «θάνατον πρώτον, δηλαδή αμαρτία, να δοκιμάσει και τον σωματικό θάνατο﮲ να του παραδοθεί όχι για να τον καταλάβει ο θάνατος, Αυτόν τον Αναμάρτητον, αλλά για να νικήσει τον θάνατο, αφού δοκιμάσει θάνατο!

Αυτή είναι η σοφία του Θεού, όπως περιγράφει η Αγία Γραφή, όλοι οι Προφήται, οι Απόστολοι και οι Διδάσκαλοι της Εκκλησίας﮲ αυτό το μυστήριο μας διδάσκουν που επιτέλεσε ο Θεός, το μυστήριο της Σοφίας του Θεού να νικήσει τον θάνατο με τον θάνατο! «Θανάτω θάνατον πατήσας», ὀπως ψάλλουμε. Νίκησε με τον θάνατό του, τον σωματικό Του θάνατο, και τον σωματικό θάνατο τον δικό μας.

Γιατί; Για να γίνει, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, «απαρχή των κεκοιμημένων»! Δηλαδή, τί απαρχή; Απαρχή της ζωής των κεκοιμημένων. Να ονομάσει τον θάνατο κοίμηση, ότι ο θάνατος είναι ένα απλό επεισόδιο, είναι ένας απλός ύπνος. Ένας ύπνος, που διαρκεί πιο πολύ από τον νυκτερινό ύπνο ή από τον μεσημεριανό μας ύπνο, γιατί, όταν κοιμόμαστε είμαστε σε μια κατάσταση ουσιαστικά θανάτου! Κάτι λειτουργεί βέβαια μέσα μας, γι’ αυτό ξαναξυπνούμε σε αυτή την ζωή. Αλλά ο ύπνος είναι μια εικόνα του θανάτου. Ήλθε ο Κύριος να ονομάσει τον θάνατο ύπνο, έναν ύπνο που θα διαρκέσει ίσως μερικές εκατονταετίες ή μερικές χιλιετίες -δεν έχει σημασία, ύπνος είναι. Γιατί κι Αυτός τον δοκίμασε και τον εσπάραξε, τον ενίκησε και ηγέρθη! […]

Βαδίζουμε όμως και στους δρόμους αυτής της ζωής. Βαδίζουμε στους δρόμους της ζωής που είναι τραχείς και συναντιόμαστε -θέλουμε δεν θέλουμε- με τον θάνατο. Συναντιόμαστε με μια άλλη πομπή, όπως συναντήθηκε ο Χριστός, καθώς εισερχόταν στην Ναϊν. Συναντιόμαστε με μια άλλη πομπή που μεταφέρει νεκρό, που μεταφέρει νεκρούς. Γύρω μας είναι νεκρότητα και γύρω μας είναι νεκροί. Και πρέπει να συναντηθούμε μ’ αυτή την νεκρότητα και να την ζωοποιήσουμε. Να μεταφέρουμε το μήνυμα του Χριστού που είναι μήνυμα αισιοδοξίας.

«Μη κλαίε», λέει ο Κύριος στην μητέρα που θρηνεί για το παιδί της. Αυτό μπορούσε μόνον ο Χριστός να το πει, που είναι ο Νικητής του θανάτου. Λέει στη μητέρα να μην κλαίει και αγγίζει τον νεκρό με την ομόθεη σάρκα Του. Αγγίζει τον νεκρό και τον ζωοποιεί και τον εγείρει.

Αυτό κάνουμε κι εμείς τώρα. Μπορεί να μην ανασταίνουμε νεκρούς που πάνε να τους θάψουν, αν και γίνεται ακόμη κι αυτό το θαύμα κάποτε στην Εκκλησία, διότι μεγάλοι Άγιοι στην Εκκλησία ανέστησαν και σωματικά νεκρούς! Αλλά εμείς τώρα συναντούμε, ερχόμεθα σε επαφή, ερχόμαστε σε επικοινωνία με τους πνευματικά νεκρούς γύρω μας…

Γεμάτο νεκρούς πνευματικά είναι γύρω μας! Γεμάτο νεκροταφεία κινούμενα, όχι ακίνητα. Κινούμενοι τάφοι είναι οι άνθρωποι! Οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στον Θεό, οι άνθρωποι που δεν ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, οι άνθρωποι που αποστάτησαν από τον Χριστό, οι άνθρωποι που δεν ζωοποιείται η ψυχή τους από τον Χριστό, που είναι αποκεκομμένοι από τον Θεό, είναι ζωντανά μνήματα. Μνήματα φορητά είναι! Μνήματα είναι, δεν έχουν ζωή μέσα, έχουν νεκρότητα, όποιοι και να είναι αυτοί, ό,τι και να είναι αυτοί﮲ ό,τι ιδιότητα και να έχουν, ό,τι εργασία και να κάνουν, όπως και αν συστήνονται, όπως και αν εμφανίζονται, νεκροί είναι!

Και πρέπει εμείς να τους ζωοποιούμε τώρα, αν είμαστε φορείς της Ζωής του Χριστού, αν έχουμε Χριστό, αν έχουμε Χάρη Αγίου Πνεύματος, αν έχουμε «ύδωρ ζων»﮲ τότε κάνουμε το πιο μεγάλο έργο που υπάρχει πάνω στη γη. Το πιο μεγάλο έργο που γίνεται πάνω στην γη, είναι αυτό που κάνει η Εκκλησία! Είναι αυτό το έργο που κάνουν οι δούλοι Της, είναι αυτό το έργο που κάνουν οι ποιμένες της Εκκλησίας, αλλά και όλα τα μέλη της Εκκλησίας κατά το μέτρο που ζουν εν Χριστώ, κατά το μέτρο που είναι ζωντανά μέλη της Εκκλησίας, ζώντες φορείς Χάριτος Θεού, Ζωής Θεού, Αθανασίας Θεού. Και πρέπει να έχουμε αυτή την Χάρη του Θεού μέσα μας, ώστε να πλησιάζουμε αυτούς που είναι στον «πρώτον θάνατον», στον θάνατο της αμαρτίας, και να τους ζωοποιούμε. Να τους αγγίζουμε και να τους ζωοποιούμε, να τους μεταφέρουμε ζωή και ν’ ανασταίνονται.

Μέσα στην Εκκλησία έχουμε φοβερές νεκραναστάσεις! Συνεχώς ζούμε αυτό το θαύμα των νεκραναστάσεων. Νεκροί κάτω από τα δεσμά του «πρώτου θανάτου» της αμαρτίας ζωοποιούνται. Ζωοποιούνται από τη διάχυτη Χάρη του Θεού που τα πλημμυρίζει και τα αγκαλιάζει όλα. Και ο «έχων ώτα ακούειν ακουέτω» και ο έχων καρδιά ας το αισθανθεί και ο έχων μάτια πνευματικά, ας το δει. Και ας αφήσει την Χάρη του Θεού να εισέλθει μέσα του για να αλλάξει την διάθεσή του και να διώξει ό,τι είναι νεκρό. Και να εμβάλει μέσα του, να εισαγάγει ό,τι είναι ζωντανό: Χάρη Θεού!

Απαιτείται μία μόνον προϋπόθεση: η προϋπόθεση της καλής διαθέσεως, της πίστεως και της μετανοίας! […]

(Αντιγραφή και ελαφρά επεξεργασία
από το Ιστολόγιο «Αγιοκυπριανίτης» της 18-10-2023)

Scroll to Top