ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 10ο)

Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς

10. Ανάπτυξη

Η μέριμνα του Χριστιανού για την ψυχή. Η ανάπτυξη του νου.
Η αξία της κοσμικής επιστημονικής εκπαίδευσης.
Η ανάγκη για πνευματική εκπαίδευση.

Η ψυχολογία αναγνωρίζει τρεις κύριες δυνάμεις ή ικανότητες στην ανθρώπινη ψυχή: τον νου (μυαλό), το συναίσθημα (καρδιά) και την θέληση. Με τον νου, ο άνθρωπος μαθαίνει για τον κόσμο γύρω του και για την ζωή του, καθώς και για όλες τις συνειδητές εμπειρίες της ψυχής του. Με το συναίσθημα -την καρδιά- ο άνθρωπος ανταποκρίνεται στις επιρροές και τις εντυπώσεις από τον έξω κόσμο και στις δικές του εμπειρίες. Μερικές του είναι ευχάριστες, του αρέσουν, ενώ άλλες δυσάρεστες και αντιπαθείς σ’ αυτόν. Ταυτόχρονα, το «ευχάριστο» και το «δυσάρεστο» δεν συμπίπτουν στους ανθρώπους. Αυτό που αρέσει σε έναν άνθρωπο δεν αρέσει πάντα στον άλλον και το αντίστροφο (εξ ου και το ρητό: «σε θέματα γούστου δεν υπάρχει διαφωνία»[1]). Τέλος, η θέληση του ανθρώπου είναι εκείνη η δύναμη της ψυχής του, μέσω της οποίας ο ίδιος εισέρχεται στον κόσμο και ενεργεί σε αυτόν. Ο ηθικός χαρακτήρας ενός ανθρώπου ιδιαίτερα, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον χαρακτήρα και την κατεύθυνση της θέλησής του.

Επιστρέφοντας στο ζήτημα της ανάπτυξης της πνευματικής προσωπικότητας του ανθρώπου, πρέπει να σημειώσουμε ότι όταν εργάζεται πάνω στον εαυτό του, στο «εγώ» του, ο άνθρωπος πρέπει να αναπτύξει σωστά, με χριστιανικό τρόπο, τις αναφερόμενες ικανότητες της ψυχής του: μυαλό, καρδιά και θέληση.

Ο ανθρώπινος νους αναπτύσσεται πρωτίστως και κυρίως μέσω της μελέτης των επιστημών, μέσω της εκπαίδευσης. Και δεν πρέπει να σκεφτεί κανείς ότι ο Χριστιανισμός θεωρεί τις λεγόμενες «κοσμικές» επιστήμες, ή την εκπαίδευση, περιττές (ιδιαίτερα επιβλαβείς). Όλη η ιστορία της Εκκλησίας των αρχαίων χρόνων μιλάει ενάντια σε αυτήν την εσφαλμένη άποψη. Αρκεί να πάρουμε ως παράδειγμα τουλάχιστον τρεις μεγάλους οικουμενικούς διδασκάλους και αγίους -τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Ήταν οι πιο μορφωμένοι άνθρωποι της εποχής τους, που μελέτησαν τέλεια την καθαρά κοσμική επιστήμη εκείνης της εποχής. Αλλά αυτή η επιστήμη είχε έναν συγκεκριμένο ειδωλολατρικό χρωματισμό. Κατάφεραν όμως να αφομοιώσουν τα απαραίτητα και χρήσιμα σε αυτή την επιστήμη και απέρριψαν τα περιττά και ασύμφορα. Επιπλέον, θα πρέπει να εκτιμούμε την επιστημονική κοσμική εκπαίδευση τώρα -όταν οι πρώην παγανιστικές προσμίξεις έχουν εξαφανιστεί από την επιστήμη, και (αυτή) προσπαθεί να παρουσιάσει την καθαρή αλήθεια. Είναι αλήθεια ότι ακόμη και τώρα πολλοί επιστήμονες πιστεύουν λανθασμένα ότι η επιστήμη είναι αντίθετη με τη θρησκεία και προσθέτουν τις αντιθρησκευτικές τους απόψεις στις επιστημονικές αλήθειες. Αλλά η καθαρή επιστήμη δεν φταίει γι’ αυτό. Και ο Χριστιανισμός πάντα υποδέχεται και ευλογεί τη σοβαρή κοσμική εκπαίδευση, στην οποία διαμορφώνονται και ενισχύονται οι ψυχικές δυνάμεις και οι ικανότητες του ανθρώπου.

Είναι αυτονόητο ότι ένας Χριστιανός, αποδεχόμενος την κοσμική εκπαίδευση, δίνει ακόμη μεγαλύτερη σημασία στην θρησκευτική αγωγή και ανατροφή. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι καθόλου μόνο και αποκλειστικά η σφαίρα των θρησκευτικών εμπειριών και συναισθημάτων. Όχι, ο Χριστιανισμός είναι ένας απόλυτα πλήρης κύκλος, ένα σύστημα συγκλίνουσας γνώσης, τα πιο ποικίλα δεδομένα και γεγονότα, που σχετίζονται όχι μόνο με την θρησκεία αλλά και με την επιστήμη. Και κυρίως, πώς μπορούμε εμείς οι Χριστιανοί να μην γνωρίζουμε την ζωή του Σωτήρα μας, τα θαύματα και τις διδασκαλίες Του; Πώς, επί πλέον, να μη γνωρίζουμε την ιστορία της αγίας μας Εκκλησίας, και την λατρεία της, που πρέπει να γίνει γνωστή και κατανοητή, και επομένως να μελετηθεί;

Ειδικότερα, η σημασία του Χριστιανισμού ως ολοκληρωμένου (πλήρους) επιστημονικού συστήματος βρίσκεται στα μαθήματα του Χριστιανικού Ήθους (μάθημα ΣΤ΄ Τάξης) και του Δόγματος (μάθημα Ζ΄ τάξης[2]). Εδώ ο Χριστιανισμός εμφανίζεται μπροστά μας ως το πλουσιότερο φιλοσοφικό σύστημα, που περικλείει και εξηγεί στον άνθρωπο ολόκληρο τον κόσμο και τον εαυτό του, υποδεικνύοντας το αληθινό νόημα και σκοπό της επίγειας ζωής του.

Αλλά πρέπει να θυμάται κανείς τούτο: λαμβάνοντας στην επιστήμη της θρησκευτικής εκπαίδευσης την πληρότητα της γνώσης για την αλήθεια του Θεού, ο άνθρωπος πρέπει, γνωρίζοντας την αλήθεια, να την υπηρετεί και να υπακούει στην φωνή της. Ο ίδιος ο Χριστός είπε: «Όποιος δεν είναι μαζί Μου είναι εναντίον Μου»[3]. Και σε σχέση με Αυτόν και με το άγιο θέλημα και το νόμο Του, η αδιαφορία, η ψυχρότητα και η μη τήρηση αυτού του νόμου είναι καταστροφικές για την ψυχή, και κάνουν τον άνθρωπο εχθρό του Χριστού και της αλήθειας Του. Και επομένως, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά κανείς τα λόγια Του: «Γιατί με αποκαλείτε: Κύριε, Κύριε, και δεν κάνετε αυτά που λέω;»[4]. Ομοίως, ο Απόστολός Του λέει: «Όχι οι ακροατές του νόμου, αλλά οι εκτελεστές του νόμου θα δικαιωθούν»[5].


[1] Η ρωσική παροιμία «о вкусах не спорят» που προέρχεται από την αντίστοιχη λατινική «de gustibus non est disputandum» και σημαίνει ότι δεν πρέπει κάποιος να επιβάλλει τις προτιμήσεις του σε άλλους ανθρώπους, διότι ο καθένας έχει τις δικές του.

[2] Το εκπαιδευτικό σύστημα της Ρωσίας περιλαμβάνει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση (Α΄ έως Δ΄ τάξη), την βασική (Ε΄ έως Θ΄ τάξη) και την δευτεροβάθμια (Ι΄ και ΙΑ΄ τάξη). Η Ζ΄ τάξη αντιστοιχεί (και ηλικιακά) με την Α΄ Γυμνασίου του ελληνικού συστήματος.

[3] «Ὁ μὴ ὢν μετ᾿ ἐμοῦ κατ᾿ ἐμοῦ ἐστι» (Λουκ. ια΄ 23).

[4] «Τί δέ με καλεῖτε, Κύριε Κύριε, καὶ οὐ ποιεῖτε ἃ λέγω;» (Λουκ. ϛ΄ 46).

[5] «Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται» (Ρωμ. β΄ 13).

Scroll to Top