Ὁ Ἅγιος Ἀχίλλειος Ἐπίσκοπος καὶ Πολιοῦχος Λαρίσης

Ὁ ἐν ἁγίοις πατὴρ ἡμῶν Ἀχίλλειος γεννήθηκε στὴν Καππαδοκία ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ εὐγενεῖς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἐξασφάλισαν καλὴ μόρφωση στὴν κοσμικὴ παιδεία καὶ κυρίως στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη.

Ὅταν ἐνηλικιώθηκε, μὲ τὴ νηστεία, τὶς ἀγρυπνίες καὶ τὴν κατὰ Θεὸν ἄσκηση, «διέθετε ἀναβάσεις ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ», κατὰ τρόπον ὥστε νὰ φυλάγει τὸ πνεῦμα του ἀπρόσιτο ἀπὸ τὶς ταραχὲς καὶ τὶς μέριμνες τοῦ κόσμου τούτου, σύντομα δὲ ἔγινε ἄξιο κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Εἶχε ὄψη ἀγγελική, στὴ συμπεριφορά του ἦταν ἁπλοῦς καὶ προσηνής, ἐνῶ οἱ λόγοι του, οἱ ὁποῖοι εἶχαν μεγάλη γλυκύτητα, ὠθοῦσαν ὅσους τὸν πλησίαζαν στὸ νὰ μιμοῦνται τὶς ἐρετές του.

Οἱ γονεῖς του πέθαναν ἐν’ ὅσῳ ἦταν ἀκόμη νέος καὶ τότε διένειμε τὴν περιουσία του καὶ ξεκίνησε γιὰ προσκύνημα στοὺς Ἁγίους Τόπους. Παραμένοντας στὸν Πανάγιο Τάφο, τὸν ὁποῖον ἔραινε μὲ τὰ δάκρυά του καὶ ἔκανε θαυμάσιες προόδους στὴν προσευχή, πῆγε νὰ ἐπισκεφθεῖ τὰ Μοναστήρια ποὺ βρίσκονταν στὴν ἔρημο κοντὰ στὴν Ἱερουσαλήμ, προκειμένου νὰ βρεῖ ἐκεῖ παραμυθία ὁ φλογερὸς πόθος ποὸ τὸν ἔφλεγε βλέποντας τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ.

Ὠθούμενος ἀπὸ τὴ θεία Πρόνοια, μετέβη σὲ προσκύνημα καὶ στὴ Ρώμη (πιθανῶς τὸ ἔτος 313). Τὴν ὥρα ποὺ προσκυνοῦσε τὸν τάφο τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ἔλαβε αἴφνης τὴ χάρη τοῦ ἀποστολικοῦ κηρύγματος καὶ ἄρχισε νὰ μεταδίδει τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο μὲ τέτοια δύναμη, ποὺ ὁδήγησε στὴν ἀληθινὴ Πίστη πλῆθος ἐθνικῶν, ἐνῶ ταυτόχρονα ἐπιτέλεσε πολλὲς ἰάσεις.

Διέτρεξε χῶρες πολλές, ὡς ἄλλος Ἀπόστολος, καὶ ἔφθασε τελικὰ στὴ Λάρισα τῆς Θεσσαλίας, ὅπου τὸ κήρυγμα καὶ τὰ θαύματά του τὸν ἀνεβίβασαν στὸ ἐπισκοπικὸ λειτούργημα. Διεύθυνε τὴν Ἐπισκοπή του μὲ μεγάλη ποιμαντικὴ φροντίδα, τόσο στὶς πνευματικὲς ὑποθέσεις ὅσο καὶ στὴν ἀρωγὴ πρὸς τοὺς πτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς ξένους. Μὲ τὴν προσευχή του ἔκανε νὰ σταματήσει ἡ ξηρασία, προεῖδε εἰσβολὲς βαρβάρων καὶ ἔγινε «τὰ πάντα τοῖς πᾶσι», προκειμένου νὰ ὁδηγήσει τὸ κατὰ Χριστὸν Ποίμνιό του στὴ Βασιλεία τῶν Ουρανῶν.

Ἡ φήμη του ἔφθασε ἕως τὸν Αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντῖνο καὶ κλήθηκε στὴν ἁγία καὶ μεγάλη Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Νικαίας (325), ὅπου ὑπερασπίσθηκε μὲ γενναιότητα τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ μάλιστα, ἀφοῦ προκάλεσε τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανούς, ἔκανε μὲ τὴν προσευχή του νὰ ἀναβλύσει ἀπὸ μία πέτρα πηγὴ θείου ἐλαίου! Ὁ Αυτοκράτορας Ἅγιος Κωνσταντῖνος, εἰς ἔνδειξιν θαυμασμοῦ, τοῦ ἔκαμε πλούσια δῶρα, τὰ ὁποῖα ὁ Ἅγιος ἔσπευσε νὰ μοιράσει στοὺς πτωχούς.

Μετὰ τριανταπέντε ἔτη ἀρχιερατείας, ὁ Ἅγιος Ἀχίλλειος ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ στὴ Λάρισα καὶ γιὰ αἰῶνες ἐτιμᾶτο καὶ τιμᾶται ὡς Πολιοῦχος τῆς πόλεως, ἑορταζόμενος τὴν 15η Μαΐου.

Ὁ τάφος του, ἀπὸ τὸν ὁποῖο, καθώς λέγεται, ἀνέβλυζε ἅγιο Μῦρο παρόμοιο μὲ ἐκεῖνο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴ Θεσσαλονίκη, ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ σπουδαιότερα κέντρα Προσκυνήματος τῆς Ἑλλάδος, ἕως τὴν εἰσβολὴ τῶν Βουλγάρων τὸ ἔτος 985, οἱ ὁποῖοι μετέφεραν τὰ τίμια Λείψανά του στὴν τότε πρωτεύουσά τους Πρέσπα, στὸ νησάκι τῆς λίμνης ποὺ ἔλαβε τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου καὶ ὅπου ἀνεγέρθηκε μεγάλη Βασιλική. Σχετικὰ πρόσφατα, πρὸ μισοῦ περίπου αἰῶνος, βρέθηκαν ἐκεῖ κατὰ τὴ διάρκεια ἀρχαιολογικῶν ἀνασκαφῶν Λείψανα, τὰ ὁποῖα εἰκάζεται ὅτι εἶναι τοῦ Ἁγίου καὶ τὰ ὁποῖα μεταφέρθηκαν καὶ πάλι στὴ Λάρισα.

Scroll to Top