Γέροντας Ἰωσὴφ Σπηλαιώτης καὶ Ἡμερολογιακὸ θέμα

Εἰσαγωγικὸ Σημείωμα

ΤΟΝ Ὀκτώβριο τοῦ 2019 ἀναρτήθηκε ὑλικὸ σὲ γνωστὸ Πρακτορεῖο Ἐκκλησιαστικῶν Εἰδήσεων, τὸ ὁποῖο στρέφεται εὐθέως ἐναντίον τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου Ἑλλάδος ἀπὸ μέρους Νεοημερολογιτῶν. Στὴν ὕποπτη καὶ παράδοξη αὐτὴ σύμπτωση, ἐνῶ τοὺς Καινοτόμους Οἰκουμενιστὲς ἀπασχολεῖ ὑποτίθεται τὸ θέμα τῆς Οὐκρανίας, ὑπάρχει προφανῶς κάποια σκοπιμότητα, καὶ εἶναι πράγματι θλιβερὸ νὰ ἀναμειγνύουν ἐμᾶς τοὺς Γνησίους Ὀρθοδόξους στὴν ὑπηρέτηση τῶν σχεδίων τους ἢ στὴν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τους. Ἐμεῖς μόνον ἀγάπη καὶ ἐνδιαφέρον δὲν διακρίνουμε στοὺς ἐπικριτές μας, οἱ ὁποῖοι στὴν ἄγνοια, στὴν πλάνη ἢ στὴν θρασύτητά τους μᾶς ἀντιμετωπίζουν εἴτε ἀπαξιωτικὰ ἕως καὶ ὑβριστικά, εἴτε πάντως μὲ προκατάληψη, μονομέρεια καὶ ἐσκεμμένη σύγχυση.

Ἐπειδὴ μάλιστα σὲ μία ἀπὸ τὶς ἀναρτήσεις αὐτές, σὲ μαγνητοσκοπημένη ὁμιλία Νεοημερολογίτου μητροπολίτου ἀκριτικῆς πόλεως, ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἀνακριβειῶν καὶ λαθῶν ποὺ ὑπάρχουν ἐν σχέσει μὲ τὸ Ἡμερολογιακὸ θέμα καὶ τοὺς Γνησίους Ὀρθοδόξους, γίνεται ἀναφορὰ εἰς ἐπίρρωσιν δῆθεν τῶν ὑποστηριζομένων καὶ σὲ ἐπιστολὴ τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ (+1959), εἰλημμένη ἀπὸ πρόσφατη ἔκδοση γνωστῆς Ἁγιορειτικῆς Μονῆς, ἀντιληφθήκαμε ὅτι ὑπάρχει παραποίηση τοῦ νοήματός της, προβαίνουμε σὲ δημοσίευση εἰδικοῦ κειμένου μας, τὸ ὁποῖο εἴχαμε συντάξει παλαιότερα, μὲ ἐπικαιροποίησή του, προκειμένου νὰ θέσουμε τὰ πράγματα στὴν θέση τους. Στὴν ἐπιστολὴ τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ, στὴν ὁποίαν παραπέμπει ὁ κατήγορός μας, δὲν γίνεται ἀναφορὰ σὲ θεία προτροπὴ γιὰ μετάβαση ἀπὸ τοὺς «Παλαιοημερολογῖτες» στοὺς Κωνσταντινοπολῖτες, ὅπως ἀκούσθηκε ἀπὸ τὸν ὁμιλητή, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἀκραία Ζηλωτικὴ ὁμάδα τῶν λεγομένων Ματθαιϊκῶν στοὺς μετριοπαθεῖς Ζηλωτές, τοὺς προσκειμένους στὸν Ἅγιο Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο (+1955).

Παραθέτουμε τὸ κείμενό μας: 

ΠΡΟ ἐτῶν κυκλοφόρησαν κάποια βιβλία ἀπὸ Ἁγιορειτικὲς Μονές, ἤ καὶ ἀπὸ Μονὴ τῆς Ἀμερικῆς, στὰ ὁποῖα θίγεται τὸ θέμα τῆς σχέσεως πρωτίστως τοῦ εὐφήμως γνωστοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Σπηλαιώτου (+1959), ὅπως καὶ ἄλλων Γερόντων (Ἐφραὶμ Κατουνακιώτου), μὲ τοὺς λοιποὺς Ζηλωτὲς Πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μὲ προεκτάσεις ὡς πρὸς τὴν στάση τους γενικὰ ἔναντι τοῦ Ἡμερολογιακοῦ Ζητήματος.

Ὅμως, ὁ τρόπος ποὺ γίνεται αὐτὸ εἶναι ἐν πολλοῖς συγκεχυμένος καὶ παραπλανητικός, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐξάγεται τὸ λανθασμένο συμπέρασμα, ὅτι ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐκπροσωπεῖται σήμερα ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, τὸ ὁποῖο πρωτοστατεῖ στὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καὶ οἱ τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου ἀποτελοῦν ἐκτροπή!

Τὸ συμπέρασμα αὐτὸ φαίνεται ἰδιαίτερα καθησυχαστικὸ γιὰ τοὺς πολλούς, οἱ ὁποῖοι δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ εἰσέλθουν σὲ Ἀγῶνα Πίστεως, ἐνῶ αὐτὴ [ἡ Γνήσια Πίστη] εἶναι τὸ κινδυνευόμενον, γιὰ νὰ ἐπαναπαύονται στὸ λάθος μὲ τὸ ἄλλοθι, ὅτι ἀφοῦ Γέροντες τέτοιας περιωπῆς κατέληξαν νὰ εἶναι μὲ τὸ Πατριαρχεῖο, ἄρα ὅλα βαίνουν καλῶς καὶ δυνάμεθα νὰ ἐφησυχάζουμε μακαρίως καὶ νὰ ψέγουμε ὅσους ἀγωνίζονται γιὰ τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια τῆς Πίστεως, τὰ ὁποῖα τόσο φανερὰ καὶ ἀναίσχυντα ἀπεμπολοῦνται. Οἱ δὲ σύγχρονοι Ἁγιορεῖτες «νεο-ησυχαστὲς» συνεργοῦν στὴν θλιβερότατη αὐτὴ συμπαιγνία!

Πῶς ὅμως ἔχουν τὰ πράγματα;


Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστής, ὁ κατὰ κόσμον Φραγκῖσκος Κότης ἀπὸ τὶς Λεῦκες τῆς νήσου Πάρου, μόνασε ὡς γνωστὸν σὲ νεανικὴ ἡλικία στὴν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, κατὰ τὶς ἀρχὲς τῆς τρίτης δεκαετίας τοῦ παρελθόντος 20οῦ αἰῶνος, καὶ δόθηκε μετὰ μεγάλου πόθου στὴν ἐκζήτηση τοῦ θείου Ἐλέους τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέσῳ τῶν ἀσκητικῶν καμάτων, τῆς συνεχοῦς βίας, τῆς νήψεως καὶ τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Σύντομα εὐλογήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριό μας καὶ τὴν Παναγία μας καὶ ἔλαβε θεῖες δωρεὲς στὸν ἀδυσώπητο ἀγῶνα του καθάρσεως καὶ φωτισμοῦ τῆς καρδίας του.

Ὡς πρὸς τὴν Πίστη ἦταν πολὺ αὐστηρός, ὅπως ἄλλωστε καὶ σὲ ὅλα στὴν ζωή του, καὶ ἐπέλεξε τὴν Ζηλωτικὴ ὁδὸ κατὰ τῶν Καινοτομιῶν καὶ Νεωτερισμῶν στὴν Ἐκκλησία, καὶ μάλιστα στράφηκε ἔντονα κατὰ τῆς Ἡμερολογιακῆς Μεταρρυθμίσεως τοῦ Νέου Καλανδαρίου τῶν Παπικῶν, τὸ ὁποῖο υἱοθετήθηκε τὸ 1924 ὅλως παρανόμως, αὐθαιρέτως καὶ ἀντικανονικῶς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως.

Ὁ νέος Ἀσκητὴς ἦταν ἀσυμφιλίωτος ἐχθρὸς τῆς Καινοτομίας αὐτῆς, γιὰ τὴν ὁποίαν δὲν ἔβρισκε καμμία δικαιολογία καὶ τὴν κατεδίκαζε ἀπερίφραστα. Μάλιστα, υἱοθετοῦσε τὴν αὐστηρὴ Ζηλωτικὴ ἄποψη γιὰ ὅσους τὴν εἶχαν ἀποδεχθεῖ. Σὲ ἐπιστολή του τῆς 1-2-1929 ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς κατὰ σάρκα συγγενεῖς του, προτρέπει αὐτοὺς νὰ ἀποφεύγουν κάθε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς Νεοημερολογῖτες, διότι «δὲν ἔχουν καμμίαν Χάριν πλέον». Τὴν ἄποψη αὐτὴ φαίνεται νὰ διατηρεῖ στὰ κατοπινὰ χρόνια, ἄν καὶ σταδιακὰ εἶχε ἀρχίσει νὰ τὴν μετριάζει.

Τὸ 1936 ὁ π. Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης χειροτονεῖται Ἱερομόναχος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Κυκλάδων Γερμανό, τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, ὁ ὁποῖος ὑποτίθεται ὅτι εἶχε καθαιρεθεῖ τὸ προηγούμενο ἔτος ἀπὸ τὴν Καινοτόμο ἐκκλησία τοῦ Νέου Ἡμερολογίου Ἑλλάδος ἐπὶ «παλαιοημερολογιτισμῷ». Ὅμως, ὁ π. Ἐφραὶμ ἦταν ὁ Ἐφημέριος τῆς Καλύβης τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ, τὸν ὁποῖον εἶχε ὡς γνωστὸν Πνευματικὸ ὁδηγὸ καὶ σύμβουλο, ἀρχικὰ στὸν Ἅγιο Βασίλειο καὶ μετὰ τὸ 1938 στὰ σπήλαια τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης. Στὶς Θεῖες Λειτουργίες ποὺ τελοῦνταν, ὅπως βεβαίωναν οἱ ἴδιοι, ὑπῆρχε ἔκδηλη παρουσία Χάριτος, ἀντιλήψεως καὶ παρηγορίας! Ἄρα, ὁ π. Ἐφραὶμ ἦταν κανονικὸς Ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ, παρὰ τὰ «ἐπιτίμια» τῶν ὑπὸ ἐπιτίμιον διατελούντων ὑπευθύνων τοῦ Σχίσματος στὴν Ἐκκλησία Νεοημερολογιτῶν.

Μετὰ τὸν χωρισμὸ τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου καὶ τοῦ Κυκλάδων Γερμανοῦ ἀπὸ τοὺς Ὁμολογητὰς Ἀρχιερεῖς Δημητριάδος Γερμανὸ καὶ Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο τὸ ἔτος 1937, οἱ ἐν λόγῳ Γέροντες Ἰωσὴφ καὶ Ἐφραὶμ ἀκολούθησαν ἀρχικὰ τοὺς ἀκραίους Ζηλωτές, συμμετέχοντας στὴν γραπτὴ ἀποκήρυξη τῶν Ὁμολογητῶν Ἀρχιερέων.

Ὅταν μάλιστα κάποιοι καλοὶ Ζηλωτὲς Πατέρες τῆς μετριοπαθοῦς γραμμῆς προσπάθησαν νὰ μεταπείσουν τὸν Γέροντα Ἰωσὴφ γιὰ τὴν στάση του ἐκείνη, αὐτὸς τοὺς ἀπεδίωξε μὲ ταραχή. Ὅμως, τὴν νύχτα ἐκείνη στὴν συνηθισμένη προσευχητικὴ ἀγρυπνία του δὲν μποροῦσε νὰ προσευχηθεῖ καθαρά. Καὶ ὅταν τὸν πῆρε ὁ ὕπνος, εἶδε ὅτι βρισκόταν σὲ ἕνα μικρὸ βράχο μέσα στὴν ἄγρια θάλασσα καὶ ἡ ἀκτή, ἕνα μεγάλο βουνό, φαινόταν νὰ βρίσκεται σὲ ἀπόσταση. Τότε τὸν κατέλαβε μεγάλη ἀγωνία καὶ προσπαθοῦσε νὰ βρεῖ τρόπο νὰ πλησιάσει στὴν ἀκτὴ καὶ νὰ πηδήσει σὲ αὐτὴν γιὰ νὰ γλυτώσει ἀπὸ τὸν προφανῆ κίνδυνο. Ὥσπου τελικὰ συνέβη αὐτὸ πρὸς μεγάλη του ἀνακούφιση. Τοῦτο ὅμως τὸ θεώρησε ὡς «σημεῖον» ὅτι δὲν βάδιζε σωστά. Ὁ δὲ π. Ἐφραὶμ προσευχόμενος γιὰ τὸ ἴδιο θέμα, ἄκουσε –κατὰ βεβαίωσή του- φωνὴ ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Φλωρίνης ἀπεκήρυξες ὅλην τὴν Ἐκκλησίαν».

Τὸ συμπέρασμά τους ἦταν ὅτι ἀκολούθησαν ἐσφαλμένη πορεία καὶ ὅτι ἡ ὁμολογιακὴ στάση καὶ τοποθέτηση τοῦ Ἁγίου Πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου ἦταν ἐκκλησιαστικὴ καὶ θεάρεστη, καὶ ὄχι βεβαίως σχισματικὴ καὶ ἐξω-εκκλησιαστική.

Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Γέρων Ἰωσὴφ σὲ μεταγενέστερη ἐπιστολή του τῆς 29-8-1945, γράφει περὶ μιᾶς μεγάλης Γυναικείας Μονῆς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου στὴν Ἀττικὴ ὅτι ἦταν στενοχωρημένος, διότι «ἐχώρισαν ἀπὸ τὸν Δεσπότην [πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο], ἐνῶ εἶμαι βέβαιος ὅτι ὅλοι εἶναι εἰς τὴν πλάνην, καθώς μοι ἐφανέρωσεν ὁ Κύριος. Ἐκτὸς αὐτοῦ καὶ σχίσμα ποιοῦσιν εἰς βάρος τους, δι᾽ αὐτὸ ἐμετανόησα καὶ ἐγὼ παρασυρθεὶς ἐξ ἀγνοίας ἀπ᾽ τοὺς αὐτοῦθε πνευματικούς, ἀλλὰ δὲν μὲ ἄφησεν ὁ γλυκὺς Ἰησοῦς. Ὁ Ματθαῖος καὶ Σία, δυστυχῶς Βαρυκόπουλος (Γερμανὸς) καὶ ὅλοι, ἔπεσαν ἔξω, ἀλλ᾽ ὁ Κύριος νὰ τοὺς βοηθήσῃ…».         

Ἄρα, ἔστω καὶ μετὰ πάροδον ἀρκετῶν χρόνων (τουλάχιστον ὀκτώ), ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τοὺς ἀκραίους Ζηλωτὲς Ματθαιϊκῆς κατευθύνσεως, καὶ ἀκολουθεῖ ὄχι τοὺς Μνημονευτές, ἀλλὰ τοὺς μετριοπαθεῖς Ζηλωτὲς ὑπὸ τὸν Ἅγιο Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο.

Αὐτὸ βεβαιώνει μόλις λίγο νωρίτερα, σὲ ἐπιστολή του τῆς 2-7-1945, ὅτι δηλαδὴ «γύρισε» μὲ τὸν «εὐλογημένον Ἀρχιερέα μας» Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο, διότι «ἐξ ἀγνοίας» καὶ ἐξ ἐπιδράσεως ἄλλων Πατέρων πίστευσε, ὅτι ὁ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης εἶχε δῆθεν προδώσει τὸν Ἀγῶνα τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου! Ὅμως, λέγει ὅτι ὁ Θεὸς τοῦ ὑπέδειξε ὅτι ἔκανε λάθος καὶ ὅτι οἱ ἀποχωρισμένοι τοῦ Ματθαίου εἶναι σὲ σφάλμα καὶ δημιούργησαν «ἀνόνητον (ἀνωφελὲς) σχίσμα εἰς βάρος τῆς ὑπερηφάνου ψυχῆς των, καθ᾽ ὅτι ἄλλο δὲν εἶναι τὸ αἴτιον, εἰ μὴ ὁ ἐγωϊσμός των…». Παραδέχεται μάλιστα ὅτι εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ πλανᾶται ἐξ ἀγνοίας σὲ κάποιο θέμα.

Τὰ ἀναφερόμενα σὲ αὐτὴ τὴν συνάφεια λοιπὸν -τονίζουμε καὶ πάλι- ὅτι ἀφοροῦν στὴν μετάβαση ἀπὸ τὴν ἀκραία Ζηλωτικὴ μορφὴ στὴν θεάρεστη τοιαύτη, ἐπ᾽ οὐδενὶ ὅμως λόγῳ στὴν μετάβαση ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρο στὸ ἄλλο, δηλαδὴ στὴν κατάκριτη κοινωνία μὲ τὸ Οἰκουμενιστικὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως.


Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ σὲ κάποιες ἐπιστολές του τῶν ἐτῶν 1948, 1949 καὶ 1950 θίγει τὸ θέμα, ἔστω καὶ περιστασιακῶς/παρενθετικῶς, ἐκτροπῶν τῶν Ζηλωτῶν Πατέρων, χωρὶς νὰ διευκρινίζει περὶ τίνων πρόκειται, κάποτε μάλιστα μὲ πολὺ ζωηρὸ τρόπο. Διότι, ἐκτὸς ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, οἱ περισσότεροι ἀπὸ αὐτοὺς διεκρίνοντο ἀπὸ φανατισμὸ καὶ ἔλλειψη ἀγάπης, ὅπως καὶ οὐσιαστικῆς φροντίδος γιὰ τὰ πνευματικά. Δογματοποίησαν τὸ ἡμερολογιακὸ θέμα τῶν 13 ἡμερῶν καὶ ἔχασαν τὸν σκοπὸ τῆς γνήσιας Μοναχικῆς ζωῆς τοῦ ἀγῶνος καθάρσεως καὶ φωτισμοῦ, διὰ τῶν ἀρετῶν, τῆς ὑπακοῆς, τῆς ταπεινώσεως, τῆς προσευχῆς, ὅπως καὶ τῶν ἁγίων Μυστηρίων.

Γράφει γιὰ παράδειγμα σὲ ἐπιστολή του τῆς 16-5-1949 σὲ γνωστό του πρόσωπο:

Τὰ πράγματα [ἐννοεῖ κάποια εἴδη] «θὰ στείλω ταχυδρομικά. Δὲν στέλνω μὲ χέρι, διότι ὑποχρεώνομαι καὶ δὲν θέλω νὰ ἔρχωνται νὰ μοῦ ἐμποδίζουν τὴν ἡσυχίαν, διότι οἱ Καλόγηροι αὐτοί, ὁποῦ ζοῦμε τὴν σήμερον, δὲν ἔχουν λεπτότητα πνεύματος – διανοητικὴν ἐργασίαν· μόνον ἁπλῶς ἕνας τυπικισμός. Δι᾽ αὐτὸ δὲν γνωρίζουν τί ἐστι ψυχὴ καὶ πῶς ὀφείλει νὰ καθαρισθῇ, νὰ φωτισθῇ καὶ νὰ ἔλθῃ εἰς τελειωτέραν κατάστασιν. Ἔμαθαν ἕνα ἡμερολόγιον καὶ νομίζουν, ὅτι ὅλη ἡ θρησκεία εἶναι αὐτὴ πλέον, ἐνῶ μέσα τους βράζουν τὰ πάθη: ἐγωϊσμός, ὑπερηφάνεια, αὐταρέσκεια, κενοδοξία, θυμός, κατάκρισις, φθόνος, καταλαλιά, μῖσος, γαστριμαργία, ἀδηφαγία, γαργαλισμός, σαρκικὰ πάθη κλπ., ὅπου δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀριθμῶ. Δι᾽ ὅλα αὐτὰ δὲν γίνεται οὐδεὶς λόγος, οὐδεμία φροντίς, μόνον οἱ 13 ἡμέρες τοῦ ἡμερολογίου· δι᾽ αὐτὸ ἐκατέβη ὁ Κύριος!… Τύφλα καὶ σκότος ψηλαφητόν!… Δι᾽ αὐτὸ ἐκλείσθην καὶ δὲν θέλω κανένα νὰ ἰδῶ μήτε νὰ ὁμιλήσω, ἀλλὰ μόνον κλαίγω τὰς ἁμαρτίας μου…».

Εἶναι σαφὲς ὅτι ἀκόμη καὶ ἕνα σοβαρὸ θέμα Παραδόσεως ἤ Πίστεως, ἄν ἀπομονωθεῖ καὶ ἀπολυτοποιηθεῖ, ἀποκομμένο ἀπὸ τὸ φυσικὸ πλαίσιο λειτουργίας του ἐντὸς τῆς ἐν Χριστῷ βιώσεως τῆς Πίστεως, καθίσταται παγῖδα, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ σὲ ποικίλες ἐκτροπές. Αὐτὸ εἶναι ποὺ ψέγει ὁ Γέροντας ὡς μία ἐμφανέστατη ἐκτροπὴ ἀνωρίμων Πατέρων, καὶ ὄχι βεβαίως αὐτὸ καθαυτὸ τὸ Ἡμερολογιακὸ Ζήτημα.

Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο, ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ καὶ ἡ Συνοδία του παρέμεναν σχεδὸν «ἔγκλειστοι», προκειμένου νὰ διατηρήσουν τὸ ἡσυχαστικό τους πρόγραμμα, ἐφ᾽ ὅσον δὲν ἦταν τοῦ αὐτοῦ πνεύματος μὲ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς Ζηλωτὲς Πατέρες, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὑπέφεραν ταλαιπωρίες καὶ κατατρεγμοὺς ἀπὸ ἐκείνους: Κατηγοροῦσαν τὸν Γέροντα ὡς πλανεμένο, τὸν συκοφαντοῦσαν, τοῦ ἄνοιγαν τὶς ἐπιστολὲς ποὺ ἔστελνε καὶ λάμβανε (!), δηλαδή, σὺν τοῖς ἄλλοις, τὸν κατασκόπευαν/ἀστυνόμευαν ἀσφυκτικά…

Ὁ Γέροντας γράφει σὲ ἄλλη ἐπιστολή του τῆς 17-4-1951:

«Ἐγώ, ἐπειδὴ κανέναν δὲν δέχομαι, μηδενὸς ἐξαιρουμένου, μήτε θέλω νὰ ἀκούω πῶς ζοῦν ἤ τὶ κάνουν ὁ κόσμος – οἱ Μοναχοὶ ἐδῶ, εἶμαι ὁ στόχος τῆς καταλαλιᾶς καὶ κατακρίσεως καὶ δὲν παύω ἡμέραν καὶ νύκτα νὰ εὔχωμαι τοὺς Πατέρας καὶ νὰ λέγω, ὅτι ὅλον τὸ δίκαιον ἔχουν, μόνον ἐγὼ εἶμαι ἄδικος ὁπόταν σκανδαλισθῶ εἰς αὐτούς, διότι μὲ τὰ μάτια ὅπου τοὺς ἔδωσε ὁ Θεὸς βλέπουν…».

Σὲ ἄλλη ἐπιστολή του ἄνευ χρονολογίας (μᾶλλον τοῦ 1949) ἀπαριθμεῖ δέκα περίπου προβληματικὲς ἀπόψεις πολλῶν Ζηλωτῶν, οἱ ὁποῖες τοὺς διαιροῦσαν συνεχῶς, καὶ καταλήγει:

«Ὅλοι χωριστὰ καὶ ὅλοι Ζηλωταί· λοιπὸν ἄν θελήσωμεν νὰ τοὺς κλαῖμε, θέλομε δάκρυα τὸν Ἰορδάνην ποταμόν. Ὅμως ἐγὼ δὲν ἀπελπίζομαι εἰς κανένα· ὅλους θὰ ἐλεήσῃ ὁ Κύριος, διότι τέτοια εἶναι τὰ χρόνια μας, τέτοια εἶναι ἡ ἐποχή: νὰ εἴμεθα ὅλοι τρελλοί! Ἄς εὕρῃ τοὺς πιὸ καλοὺς ὁ Χριστός. Ὅλοι τὸν Χριστὸν παρακαλοῦν, ὅλοι τὴν Παναγίαν φωνάζουν. Τὸ μυαλὸ πάσχει. Λοιπόν, ὀλίγον-πολὺ ὅλους θὰ ἐλεήσῃ ὁ Κύριος…».

Παρὰ τὴν διακριτικὴ καὶ ἀγαπητικὴ αὐτὴ στάση τοῦ Γέροντος, εἶναι σαφὲς ὅτι ὑφίστατο ρῆγμα στὶς σχέσεις του μὲ τὴν πλειονότητα τῶν λοιπῶν Ζηλωτῶν, πρᾶγμα ποὺ δὲν τὸν ἀνέπαυε καθόλου. Αὐτὸ πρέπει νὰ ληφθεῖ πολὺ σοβαρὰ ὑπ᾽ ὄψιν γιὰ τὴν κατανόηση τῆς συνέχειας. Ὑπῆρχε ἤδη πνευματικὴ διάσταση καὶ μεγάλο χάσμα πνευματικῆς ἐπικοινωνίας, συνεννοήσεως, συνεργασίας κλπ.

Ἐν τούτοις, οἱ Γέροντες παραμένουν ἀκόμη Ζηλωτές.

Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ σὲ ἐπιστολή του τῆς 2-2-1951 σὲ γνωστό του πρόσωπο, γράφει ὅτι εἶχε ἕτοιμο ὑποτακτικό του γιὰ Χειροτονία, τὸν ὁποῖον ἐπιθυμοῦσε νὰ στείλει στὴν Ἀθήνα, ὅμως δὲν τὸ ἀποφάσιζε ὅσο διαρκοῦσε ὁ τότε φοβερὸς διωγμὸς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἀπὸ τοὺς διῶκτες Νεοημερολογῖτες ἐπὶ Σπυρίδωνος Βλάχου καὶ ὅσο ὁ Μητροπολίτης Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος παρέμενε ἐξόριστος καὶ οἱ λοιποὶ Ἀρχιερεῖς τοῦ Πατρίου σὲ ἀπομόνωση. Καὶ εἶναι γνωστόν, ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς τοῦ Πατρίου βρέθηκαν ἐλεύθεροι ἀπὸ κοινοῦ στὰ γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου στὴν Ἀθήνα μόλις τὸ θέρος τοῦ ἑπομένου ἔτους 1952!

Σὲ ἄλλη ἐπιστολή του τῆς 9-4-1951, πρὸς Ἀδελφότητα Μονῆς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, ἐμβαθύνει πολὺ ὡραία στὸ πνευματικὸ νόημα τοῦ διωγμοῦ καὶ στὴν καταφυγή του στὴν προσευχὴ γιὰ παρηγορία καὶ πληροφορία. Ὁμολογεῖ δὲ τὰ ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτα:

«Μὲ κατέλαβεν ἄλγος δριμύ, ἄλγος καὶ πόνος ψυχῆς προπαντὸς διὰ σᾶς, ἐπειδὴ σᾶς πονῶ, καὶ κατεφύγαμεν ὅλοι εἰς τὴν παρήγορον προσευχὴν καὶ εὗρον ἀνακούφισιν καὶ ἡσύχασα. Ἴδον, ὅτι ἔτσι θέλει ὁ Κύριος, μὲ θλίψεις καὶ βάσανα ζητεῖ νὰ μᾶς σώσῃ. Εἶναι κάτι κρυπτὸν καὶ ἄγνωστον εἰς ἡμᾶς, ἀλλὰ θέλημα τοῦ Κυρίου. Ἀδιάφορον ὅτι δὲν τὸ ἀρέσομεν. Διὰ τοῦ πολέμου γίνεται εἰρήνη, διὰ τῆς τρικυμίας ἔρχεται ἡ γαλήνη. Χωρὶς πειρασμὸν δὲν γνωρίζονται αἱ ἁγναὶ ψυχαί, δὲν φαίνεται ἡ ἀρετή, δὲν διακρίνεται ἡ ὑπομονή. Ἴσως ἔχουν καὶ οἱ δικοί μας [δηλ. οἱ τοῦ Πατρίου] σφάλματα καὶ μὲ αὐτὸ συγχωροῦνται. Ἐν τέλει, χωρὶς πειρασμοὺς ἀδύνατον ὑγεία τῆς ψυχῆς νὰ φανῇ. Αὐτὸ εἶναι τὸ καθαρτήριον πῦρ, ὅπου καθαρὰν καὶ λαμπρὰν ἀπεργάζεται τὴν ψυχήν. Λοιπόν, χρεία ὑπομονῆς καὶ θὰ φανῇ καὶ πάλιν λαμπρὸς ἥλιος. Ἥτις θέλει, ἄς προσευχηθῇ ἐκτενῶς καὶ θὰ βρῇ εἰρήνην πολλὴν καὶ ὅτι αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Πότε δὲ καὶ ποίῳ τρόπῳ θὰ ποιήσῃ τὴν ἔκβασιν, ἄδηλον. Ἴσως αὔριον, ἴσως μὲ ἄλλον πόλεμον, ἴσως ἐνωρὶς καὶ ἴσως ἀργά, πάντως χρεία ὑπομονῆς. Ἔπαυσα νὰ λυποῦμαι. Εὔχομαι καὶ ἀναμένω τὴν ἔκβασιν. Λοιπόν, κάντε ὑπομονήν…». 


Τελικὰ ὅμως, ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ μὲ τὴν Συνοδία του στρέφονται πρὸς τὶς Μονὲς καὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τοὺς Ζηλωτὲς τὸ Φθινόπωρο τοῦ ἔτους ἐκείνου (1951), διότι τὸν Ὀκτώβριο δέχθηκε χειροτονία ἀπὸ τὸν ἐφησυχάζοντα στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐπίσκοπο Μιλητουπόλεως Ἱερόθεο ὁ ὑποτακτικὸς τοῦ Γέροντος π. Χαράλαμπος, ὁ ἐκ Δράμας καταγόμενος, ἀκόλουθος τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἦταν λαϊκός, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔγινε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Διονυσίου καὶ ἐκοιμήθη σὲ γῆρας βαθὺ τὸ 2001.

Γράφεται ἐπίσης γιὰ τὸν π. Ἐφραὶμ Κατουνακιώτη, ὅτι εἶχε ἀκούσει καὶ πάλι φωνὴ στὴν προσευχή του, ὅτι ὑπάγεται στὸ Πατριαρχεῖο καὶ ὄχι στὸν [πρώην] Φλωρίνης. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ π. Ἐφραὶμ ἀρχὰς τοῦ 1952 ἀκολούθησε καὶ αὐτὸς τοὺς Μνημονευτές, ἀλλὰ λόγῳ μὴ συμφωνίας τοῦ Γέροντός του π. Νικηφόρου, ἀκολούθησε τοὺς Μνημονευτὲς μόνον μετὰ τὴν κοίμηση ἐκείνου τὸ 1975. Πότε ἀκριβῶς ἐλήφθη αὐτὴ ἡ «νέα πληροφορία» δὲν εἶναι σαφές. Ἴσως κατὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη (τέλη 1951).

Εἶναι ὅμως ἀπορίας ἄξιον, πῶς εἶναι δυνατὸν κατὰ τὴν ἐποχὴ σφοδροῦ, ἀδίκου, ἀντιχριστιανικοῦ καὶ ἀπὸ κάθε ἄποψη ἀπαραδέκτου διωγμοῦ ἐναντίον τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων τοῦ Πατρίου, ὅταν ὁ Ἅγιος Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος εἶναι στὴν ἐξορία στὴν Μονὴ Ὑψηλοῦ στὴν Λέσβο, ὅταν ὁ Θεὸς μὲ σημεῖα στηρίζει τοὺς ἡρωϊκοὺς διωκομένους πιστούς Του, ὅπως καὶ πραγματικοὺς Ἁγίους Γέροντες τοῦ Πατρίου στὸν κόσμο (π.χ. Ἱερώνυμο τῆς Αἰγίνης, Ἰωάννη τῆς Ἀμφιάλης, Εὐγένιο τοῦ Πειραιῶς κλπ.), γιὰ νὰ ἀντέξουν τὴν ἐναντίον τους φρικώδη καταφορά, ὅταν καὶ ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ἔλαβε λίγους μῆνες νωρίτερα πληροφορία στὴν προσευχή, ὅπως προαναφέραμε, γιὰ τὸ πνευματικὸ νόημα τοῦ διωγμοῦ ἐκείνου, κάποιοι τόσο ἀκριβεῖς κατὰ τὰ ἄλλα ἀσκητὲς καὶ ἀγωνιστὲς νὰ ἐγκαταλείπουν τὸν Ἀγῶνα τῆς Ὁμολογίας καὶ νὰ προσχωροῦν διὰ τῆς μνημονεύσεως μὲ τὸ μέρος τῶν διωκτῶν!

Πῶς εἶναι δυνατὸν τοῦτο τὸ ἀντιφατικὸ νὰ γίνει ἀποδεκτὸ ὡς δῆθεν ἐκ Θεοῦ προερχόμενο;

Ἡ ἀνάγκη γιὰ ἀπόκτηση Ἱερέως στὴν Συνοδία τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ ἦταν τόσο σοβαρὸς λόγος γιὰ τὴν κίνηση ἐκείνη; Τὰ παράπονα καὶ ἡ πικρία ἀπὸ τὴν ἐν πολλοῖς θλιβερὴ ὄντως στάση πολλῶν Ζηλωτῶν Πατέρων ἔναντί τους, ὁδήγησε αὐτοὺς σὲ μία ἀνεξήγητη ὑποχωρητικὴ ἐπιλογή;

Ὑπάρχει μαρτυρία, ὅτι ὅταν συνέβη ἡ στροφὴ αὐτὴ πρὸς τὸ μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου, ὁ ἅγιος Γέρων Ἱερώνυμος τῆς Αἰγίνης καὶ ἡ κατὰ σάρκα ἀδελφὴ τοῦ Γέροντος Ἀρσενίου, ὑποτακτικοῦ τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ, Εὐπραξία Μοναχή, διακονήτρια τοῦ Γέροντος Ἱερωνύμου στὴν Αἴγινα, ἀπέστειλαν πρὸς αὐτοὺς διαμαρτυρία μὲ ἐπικριτικὰ ἐρωτήματα γιὰ τὴν ἀπαράδεκτη ἐκείνη ἐνέργειά τους.

Σὲ κάποιες πηγὲς ἀπὸ μαθητὲς κοντινοὺς ἤ μακρινοὺς τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ γίνεται ἡ ἀναφορά, ὅτι ἡ ἀλλαγὴ στὴν στάση τῶν Γερόντων ἔναντι τοῦ Ἁγίου πρώην Φλωρίνης καὶ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου ἔγινε ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι τὸν Μάϊο τοῦ 1950 ὑπεγράφη ἡ γνωστὴ Ἐγκύκλιος περὶ ἀκυρότητος Μυστηρίων τῶν Νεοημερολογιτῶν καὶ περὶ Μυρώσεώς τους σὲ περίπτωση προσχωρήσεως στὸ Πάτριο. Ἀλλὰ αὐτὸ συνέβη τουλάχιστον 1,5 χρόνο νωρίτερα, καὶ μάλιστα ἦταν γνωστοὶ οἱ λόγοι ποὺ ἀνάγκασαν τὸν Ἅγιο Πρώην Φλωρίνης νὰ προβεῖ σὲ τοῦτο μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου, ἐντὸς τῆς γενικῆς θέσεως καὶ θεωρήσεώς του, ἀλλὰ καὶ ὅτι τέτοιου εἴδους Ἐγκύκλιοι εἶχαν κυκλοφορήσει ἐπανειλημμένα ἀπὸ τὸν ἴδιο στὸ πρόσφατο τότε παρελθὸν (1937, 1945, 1946, 1948).

Τοῦτο νομίζουμε ὅτι δὲν ἀποτελεῖ μία πειστικὴ καὶ λογικὴ ἐξήγηση, ὡς ἀνακόλουθο καὶ προσχηματικό.

Ὅπως καὶ νὰ ἔχει τὸ πρᾶγμα, τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ἡ κατάκριτη καθ᾽ ἡμᾶς ἐκείνη «στροφὴ» ἄν ἦταν θέμα σωτηρίας, θὰ ἀποτελοῦσε τὴν ἀφορμὴ γιὰ τὸν Γέροντα Ἰωσὴφ τὸν Σπηλαιώτη νὰ σπεύσει νὰ πείσει τὰ ἀγαπητὰ καὶ συγγενικά του πρόσωπα στὸν κόσμο νὰ πράξουν τὸ ἴδιο, γιὰ νὰ μὴν «ἀπωλεσθοῦν». Τέτοιο πρᾶγμα ὅμως δὲν φαίνεται νὰ συνέβη. Συγγενικὰ ἀγαπητά του πρόσωπα ἐκοιμήθησαν στὸ Πάτριο, μὲ πιὸ χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τὴν Ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Ἀμυγδαλέζας Σταμάτας Ἀττικῆς Βρυαίνη Μοναχή (+1998), τὴν ὁποίαν ὑπεραγαποῦσε, καὶ τὴν ὁποία γνωρίσαμε καὶ θαυμάσαμε τὸ κάλλος τῆς ψυχῆς της, ὅπως καὶ τὴν θεάρεστη ἐμμονή της στὰ Πάτρια.

Εἶναι σημαντικὸ νὰ τονισθεῖ ὅτι ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ἀνέμενε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη μεγάλο κακό, κάποιον μεγάλο πόλεμο, τὸν ὁποῖον μάλιστα προσδιόριζε γιὰ τὸ ἔτος 1953, πρᾶγμα βέβαια ποὺ δὲν συνέβη, λόγῳ τῆς παρατηρούμενης ἀποστασίας στὸν κόσμο, ὅπως καὶ στὴν Ἐκκλησία. Καὶ μάλιστα, γιὰ τὴν ἄποψή του αὐτὴ ἔκανε γενικὴ ἐπίκληση τῶν «προφητειῶν τῶν ἁγίων» καὶ μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε ὅτι μελετοῦσε γνωστὰ «χρησμολογικὰ» κείμενα, τὰ ὁποῖα μὲ ὀνόματα Ἁγίων κυκλοφοροῦσαν καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ὅπως καὶ ἀργότερα, καὶ βεβαίως ἐπηρέαζαν τὶς συνειδήσεις τῶν ἁπλῶν, ἀκόμη καὶ ἐναρέτων κατὰ τὰ ἄλλα, Μοναχῶν.

Ὁ Γέροντας σὲ ἐπιστολή του τῆς 17-4-1951 γράφει τὰ ἑξῆς:

«Ἐγὼ περιμένω μεγάλον κακόν. Μόνον ὁ πόλεμος θὰ εἰρηνεύσει καὶ θὰ παύσει τὸν θυμὸν τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν περιμένω…».

Σὲ ἄλλη ἐπιστολή του τῆς 29-5-1952, ἕνα δηλαδὴ περίπου ἔτος μετὰ τὴν «στροφή» του στὸ Μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου, γράφει σὲ συγγενικό του πρόσωπο μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς:

«Ἄς κάμῃ ὁ Δ. ἀκόμη ἕναν χρόνον ὑπομονήν, νὰ ἰδοῦμε τὶ θὰ βγῇ εἰς τὸ μέσον. Ἡ Ἐκκλησία ἐγὼ δὲν πιστεύω ὅτι θὰ διορθωθῇ, ἄν δὲν ἀνοίξῃ ὁ πόλεμος καὶ κάψῃ ὅλην τὴν ἀνθρωπότητα· πάντως θὰ ἀνοίξῃ ὀγρήγορα…».

Ἄρα λοιπὸν ὁ Γέροντας ἀνέμενε θεία ἐπέμβαση πρὸς «ΔΙΟΡΘΩΣΙΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ». Τὸ θέμα δὲν εἶχε κλείσει, ἀλλὰ παρέμενε στὴν συνείδησή του ἀνοικτὸ καὶ ἔχρηζε διορθώσεως ἐκ Θεοῦ, διότι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἦταν ἱκανοὶ νὰ τὸ ἐπιλύσουν.

Ἡ ὑποχώρηση πρὸς τοὺς Μνημονευτές, δυνάμεθα νὰ ὑποστηρίξουμε βάσιμα, ὅτι δὲν ἦταν ὁριστική, ἐπηρεάσθηκε ἀπὸ διάφορους παράγοντες, καὶ φυσικὰ δὲν ἀποτελεῖ παράδειγμα πρὸς μίμησιν γιὰ εἴσοδο ἢ γιὰ παραμονὴ στὴν κοινωνία τῶν Καινοτόμων φιλαιρετικῶν ἤ καὶ αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἤ τῆς Ἑλλάδος.


Ὁ Γέροντας ἐκοιμήθη ὡς γνωστὸν τὴν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ ἔτους 1959, κατὰ τὸ Πάτριο βεβαίως Ἡμερολόγιο, χωρὶς ἀκόμη νὰ γνωρίζει κάτι περὶ Οἰκουμενισμοῦ. Ἀλλὰ καὶ μόνον γιὰ τὸ Ἡμερολόγιο συνέχισε νὰ παραμένει ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τοῦ Πατρίου ἕως τῆς Κοιμήσεώς του, ἀφοῦ καὶ ὅταν ἀκόμη ἐγκαταστάθηκε μὲ τὴν Συνοδία του στὴν Νέα Σκήτη (1953) ἀπαγόρευε –κατὰ μαρτυρίαν Κληρικοῦ διατελέαντος μαθητοῦ του- στοὺς Ἱερεῖς ὑποτακτικούς του νὰ λειτουργήσουν στὸ Κυριακό, ἄν ἦταν παρὼν καὶ Νεοημερολογίτης Κληρικός. Οἱ δὲ Ὑποτακτικοί του, ὡς γνωστόν, ἦταν μεταξὺ τῶν Ἁγιορειτῶν ποὺ μετὰ τὸ 1964 ἀντιτάχθηκαν στὰ ἐξώφθαλμα πλέον Οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπὸ τὸν Ἀθηναγόρα, τὰ ὁποῖα ἀποτέλεσαν τὴν βάση γιὰ τὴν περαιτέρω Οἰκουμενιστικὴ γραμμὴ καὶ πορεία.

Εἶναι γνωστὸ τὸ συμβὰν σχετικὰ μὲ τὸν π. Ἐφραὶμ Κατουνακιώτη, ὅταν κάποτε ζήτησε θεία πληροφορία περὶ Οἰκουμενισμοῦ (σύμφωνα μὲ μία πηγὴ κατ᾽ αἴτησιν μάλιστα κάποιου ἐπισκόπου): «Μία δυσωδία μὲ γεύση ξυνή, ἁλμυρή, πικρή… Νά! Αὐτὸ ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα», ἔλεγε μὲ ἀποτροπιασμὸ ὁ Γέροντας σχετικὰ μὲ τὸν δυσώδη Οἰκουμενισμό!

Καὶ τὸ ἐρώτημα ποὺ προκύπτει εἶναι, πῶς τότε παρέμεινε αὐτὸς καὶ οἱ σὺν αὐτῷ στὴν κοινωνία μὲ αὐτὴ τὴν δυσώδη κατάσταση;

Ἐπίσης, ὑπάρχει ἡ ἑξῆς μεταγενέστερη μαρτυρία: «Σήμερα τῆς Πεντηκοστῆς τοῦ 1989 [ὁ π. Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης] εἶπε, ὅτι τὸν ἐπισκέφθηκε στὸ ὕπνο του ὁ γερο-Ἰωσήφ. Καὶ ἀφοῦ φιλήθηκαν θερμά, ὁ γερο-Ἰωσὴφ πολὺ χαρούμενος τοῦ εἶπε: Θέλω νὰ σοῦ παραδώσω ἐκκλησιολογία. Χρόνια εἶχε νὰ τὸν δεῖ τόσο χαρούμενο. Τὸ ἀξιοθαύμαστο στὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι ὅτι ὁ Γέροντας δὲν γνώριζε τὴ λέξη ἐκκλησιολογία».

Τὴν ἐποχὴ περίπου ἐκείνην ἦταν ποὺ ὁ Προηγούμενος π. Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτης στὴν Ἀμερικὴ ὑπήχθη πνευματικὰ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, ἀπὸ τὴν ὁποίαν οἱ Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι ἔχουμε τὴν Ἀποστολικὴ Διαδοχὴ καὶ ἤμασταν σὲ κοινωνία, κατόπιν ὅπως εἶπε Θεομητορικῆς προτροπῆς, ἀλλὰ δυστυχῶς μετ᾽ ὀλίγον ἐπανέκαμψε στοὺς Νεοημερολογῖτες Οἰκουμενιστές, ἐνδώσας στὶς πιέσεις τους γιὰ πιθανὴ τιμωρία, ὅπως καὶ πνευματικῶν του τέκνων γιὰ ἐγκατάλειψη.

Ὑπενθυμίζουμε ὅτι ὁ π. Ἐφραὶμ πρὶν νὰ ἀναλάβει τὴν Ἱερὰ Μονὴ Φιλοθέου ὡς Ἡγούμενος τὸ 1973, δὲν μνημόνευε τὸν Πατριάρχη καὶ μάλιστα γιὰ κάποια ἔτη ὅταν ἐξήρχετο στὸν κόσμο ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος μνημόνευε στὶς ἱεροπραξίες του τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος Αὐξέντιο, δεχθεὶς μάλιστα πρὸς τοῦτο κατὰ μία ἐκδοχὴ ἀκόμη καὶ χειροθεσία ἀπὸ αὐτόν. Διακρατοῦσε βεβαίως μία μετριοπαθῆ ἐκκλησιολογικὴ θεώρηση καὶ πρακτική, ἀλλὰ τοῦτο δὲν τὸν ἐμπόδιζε νὰ ἀνήκει μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ στὴν Ἐκκλησία τῶν Γ.Ο.Χ.. Ὁπότε, τί εἶχε συμβεῖ τότε; «Ἐξῆλθε τῆς Ἐκκλησίας» καὶ ἀπεμπόλησε τὶς ἀρχὲς τοῦ Γέροντός του, κατὰ τοὺς Νεο-αγιορεῖτες; Κάθε ἄλλο! Τότε ἦταν ποὺ ἐπανῆλθε στὴν ἀρχικὴ ὁδό, ἀπὸ ὅπου εἶχε προηγουμένως ἐκπέσει. Ὅμως, ἡ ἐπίδραση τοῦ θεωρητικοῦ τῶν σκληρῶν Νεοημερολογιτῶν π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου μέσῳ τοῦ ὑποτακτικοῦ τοῦ Γέροντος π. Νικοδήμου, ὅπως ἐν συνεχείᾳ καὶ ἡ προσφορὰ τῆς ἡγουμενίας τῆς Μονῆς Φιλοθέου, ἐπὶ τοῦ νέου Οἰκουμενιστοῦ Πατριάρχου Δημητρίου, ὁδήγησαν αὐτὸν ἐκ νέου στὴν σφαλερὴ ἀποδοχὴ τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς Οἰκουμενιστὰς καὶ Νεοημερολογίτας.


Κατόπιν ὅλων αὐτῶν, νομίζουμε ὅτι τὰ συμπεράσματα γιὰ τὸν ἀπροκατάληπτο ἀναγνώστη ἐξάγονται ἀπὸ μόνα τους. Ἐμεῖς τονίζουμε μόνον ἐν κατακλεῖδι, ὅτι ἡ ὀρθὴ καὶ θεάρεστη ὁδὸς εἶναι ἀνάμεσα στὰ ἄκρα ἀφ᾽ ἑνὸς τοῦ κατακρίτου καὶ δυσώδους Οἰκουμενισμοῦ (καὶ τῆς κοινωνίας μαζί του), καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου τοῦ ἀκραίου καὶ ἀδιακρίτου Ζηλωτισμοῦ.

Οἱ ἀναφερθέντες Γέροντες αὐτὴν προφανῶς τὴν ὁδὸ προσπάθησαν νὰ βαδίσουν, ἀλλὰ τελικῶς περιέπεσαν σὲ ἀνεπίτρεπτη ὑποχώρηση. Οἱ ὑποτακτικοί τους προχώρησαν δυστυχῶς ἐπὶ τὰ χείρω στὸ θέμα αὐτό.

Ἐπ᾽ οὐδενὶ λόγῳ ὅμως δικαιολογοῦνται, ὥστε νὰ συνεχίζουν τὴν κατάκριτη πορεία τους καὶ μάλιστα νὰ τὴν θεωροῦν ὡς ὑποδειγματική, ἐπικαλούμενοι τοὺς Γέροντες καὶ ἐπίσης νὰ στρέφονται ἐνάντια σὲ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι διακρατοῦν μὲ συνέπεια καὶ θυσία αἵματος τὴν ὄντως Ὀρθόδοξη πορεία, Μαρτυρία καὶ Ὁμολογία σὲ μία ἄνευ προηγουμένου Ἀποστασία!

Εἴθε ὅσοι ἔχουν ὦτα ψυχῆς ἀνοικτά, νὰ σπεύσουν σὲ ὀρθοδοξοποίησή τους, πρὶν νὰ εἶναι πολὺ ἀργά!…

+Λ.&Π.Κλ.

Σημείωση: Τὸ ἀναφερόμενο ἱστορικὸ ὑλικὸ τοῦ κειμένου (παραθέματα ἐπιστολῶν, εἰδήσεις καὶ πληροφορίες) εἶναι ἀπὸ τὸ Ἀρχεῖον τοῦ συγγραφέως αὐτοῦ.

Scroll to Top