
«Ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν ἐκ τοῦ διαβόλου ἐστίν, ὅτι ἀπ’ ἀρχῆς ὁ διάβολος ἁμαρτάνει.
Εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου»
(Α΄ Ἰωάν. 3, 8)
Σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σὲ ψυχικὴ συγγένεια εἴτε μὲ τὸν Θεό, εἴτε μὲ τὸν διάβολο, βρίσκεται σὲ ψυχικὴ καταγωγὴ καὶ γέννηση εἴτε ἀπὸ τὸν Θεό, εἴτε ἀπὸ τὸν διάβολο. Τὸ «ποιεῖν» δικαιοσύνην, ἡ ἄσκηση τῆς δικαιοσύνης, ἡ δικαιοσύνη δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν. Μὲ τὴν ἄσκηση τῆς δικαιοσύνης ὁ ἄνθρωπος φανερώνει ὅτι «γεγέννηται» ἀπὸ τὸν Θεόν. Μὲ τὴν ἄσκηση τῆς ἁμαρτίας φανερώνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος «γεγέννηται» ἀπὸ τὸν διάβολο. [Διότι] «ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν ἐκ τοῦ διαβόλου ἐστίν, ὅτι ἀπ’ ἀρχῆς ὁ διάβολος ἁμαρτάνει…».
Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει, στὴν πραγματικότητα αὐτὸς ἁμαρτάνει «σὺν διαβόλῳ», γιατὶ δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία ποὺ νὰ μὴν ὑπάρχει, ἄμεσα ἤ ἔμμεσα, ἀπὸ τὸν διάβολο. Διὰ μέσου τῆς κάθε ἁμαρτίας ὁ ἄνθρωπος ἄμεσα, ἀπ’ εὐθείας, συνδέεται ψυχικὰ μὲ τὸν διάβολο, «γεννᾶται ἀπὸ αὐτόν». Γιατὶ δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία ποὺ νὰ μὴν εἶναι ἀπὸ τὸν διάβολο. Κάθε ἀνθρώπινη ἁμαρτία, εἶναι πάντα διαβολική. Ὁ ἄνθρωπος διαπράττει τὴν ἁμαρτία, ἐξαιτίας τῆς ψυχικῆς του συνεργασίας μὲ τὸν διάβολο. Γιατὶ ἡ παν-ουσία τῆς διαπράξεως κάθε ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, βρίσκεται στὸν διάβολο. Καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος συνεργάτης του σ’ αὐτό. Ὁ διάβολος κάνει, ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ.
Τὸ πιὸ ὀφθαλμοφανὲς παράδειγμα εἶναι ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης. Γιατὶ ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ τὸν κυρίευσε ὁ διάβολος, αὐτοὶ οἱ δυὸ μαζὶ διέπραξαν τὴν πιὸ φοβερὴ ἁμαρτία στὴν ἱστορία αὐτοῦ τοῦ πλανήτη. Γι’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος εὔγλωττα λέει: «εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου».
Τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου εἶναι: ἡ κακία, ἡ μοχθηρία, τὸ μῖσος, ἡ πορνεία καὶ οἱ λοιπὲς ἁμαρτίες καὶ τὰ ἐλαττώματα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα μέχρι τὰ μικρότερα. Διὰ μέσου αὐτῶν ὁ διάβολος -ἀπ’ εὐθείας- κάνει τὸν ἄνθρωπο συνεργάτη του, δηλ. διαβολικὸ συνεργάτη, στὰ πονηρά του ἔργα.
Ὁ Σωτήρας Χριστὸς ὅμως, καταστρέφει ὅλα τὰ «κέντρα τῆς ἐργασίας» τοῦ διαβόλου στὸν ἄνθρωπο, καταστρέφει ὅλα τὰ διαβολικὰ ἔργα καὶ σώζει τὸν ἄνθρωπο.
(Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Οἱ τρεῖς Καθολικὲς Ἐπιστολὲς Ἰωάννου,
ἐκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη [1988], σελ. 62-63)