Ἁγίου Ἐπισκόπου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ
Λέει ὁ ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης: «Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἐγκαταλειφθεῖ καί δέν νικηθεῖ καί δέν ὑποδουλωθεῖ καί δέν κυριευθεῖ νικημένος ἀπὸ κάθε πάθος καί λογισμό καί πνεῦμα, χωρίς νά βρίσκει βοήθεια μήτε ἀπό ἔργα μήτε ἀπὸ τὸν Θεό μήτε ἀπ᾿ ὁτιδήποτε, γενικά, ἔτσι πού νά φτάσει πιά στήν ἀπελπισία καί νά ταπεινωθεῖ σέ ὅλα, δέν μπορεῖ νά συντριβεῖ καί νά ἔχει τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπ’ ὅλους καί τελευταῖο καί δοῦλο ὅλων καί χειρότερο ἀκόμα κι ἀπὸ τούς δαίμονες, ἀφοῦ νικιέται καί ἐξουσιάζεται ἀπ᾽ αὐτούς. Αὐτή, λοιπόν, εἶναι ἡ οἰκονομική ταπείνωση πού παραχωρεῖ ἡ θεία πρόνοια, καί μέσω αὐτῆς δίνεται ἀπό τόν Θεό ἡ δεύτερη, ἡ ὑψηλή ταπείνωση, ἡ ὁποία εἶναι θεία δύναμη πού ἐνεργεῖ καί κάνει τά πάντα Αὐτή κάνει τὸν ἄνθρωπο νά βλέπει τὸν ἑαυτό του πάντοτε ὄργανο τῆς θείας δυνάμεως καί νά ἐργάζεται μ᾽ αὐτήν τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ»1.
Ἔτσι ἐξηγεῖται τό θαυμαστὸ φαινόμενο πού παρατηρεῖται στούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ: Ἐνῶ εἶναι σκεύη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, συγχρόνως ἀναγνωρίζουν καί ὁμολογοῦν πὼς εἶναι οἱ πιό μεγάλοι ἁμαρτωλοί, ἄξιοι πρόσκαιρων καί αἰώνιων τιμωριῶν. Κι αὐτό, γιατί οἱ ἅγιοι οὐσιαστικά γνώρισαν καί κατανόησαν τήν πτώση τῆς ἀνθρώπινης φύσης, γνώρισαν καί κατανόησαν ὅτι στήν πεσμένη φύση τους δὲν ὑπάρχει τίποτε τό ἀμόλυντο, καί γι᾿ αὐτό ὅ,τι καλό κάνουν, ὀφείλεται στή θεία χάρη πού κατοικεῖ στήν ψυχή τους. Μέ ἀκράδαντη πεποίθηση ἀποδίδουν τά πάντα σ᾽ αὐτήν, τρέμοντας διαρκῶς μήν τυχόν ἐμφανιστεῖ μέσα τους, ἀπό τήν πεσμένη φύση, κάποιος λογισμός ἤ κάποιο αἴσθημα πού θά προσβάλει τό Ἅγιο Πνεῦμα2.
Δέν ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο ἡ γρήγορη μετάβαση ἀπό τήν κατάσταση τοῦ πνευματικοῦ πολέμου στήν κατάσταση τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας.
Ὁ ὅσιος Μακάριος παρατηρεῖ σχετικά: «Ὑπάρχουν πολλές ψυχές, οἱ ὁποῖες, μολονότι γιά τή νηπιότητά τους ἀπέκτησαν μέ τή χρηστότητα τοῦ Κυρίου τή θεία χάρη -καί μάλιστα μέ σχετική ἐσωτερική πληροφορία ἀπό τή γλυκύτητα καί τήν ἀνάπαυση πού τούς χάριζε τό Πνεῦμα-, παραμένουν ἀκόμα στή νηπιακή κατάσταση. Αὐτές οἱ ψυχές δέν εἶναι ἕτοιμες -ἄς τό πῶ ἔτσι- νά μποῦν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή δέν δοκιμάστηκαν, δέν πειράστηκαν μέ θλίψεις ἀπό τά πονηρά πνεύματα. “Ἄν δέν πήρατε τή διαπαιδαγώγηση πού ἔχουν πάρει ὅλοι, τότε εἶστε νόθα παιδιά καί ὄχι γνήσια”3, λέει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος. Ὥστε καί οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις στέλνονται στόν ἄνθρωπο γιά τήν ὠφέλειά του, γιά νά κατεργαστοῦν τήν ψυχή του κι ἔτσι νά τήν κάνουν πιό δυνατή καί πιό ἄξια. Κι ἂν ἡ ψυχή ὑπομένει ὥς τό τέλος (τούς πειρασμούς καί τίς θλίψεις) μέ ἐλπίδα πρός τόν Κύριο, εἶναι ἀδύνατο νά μή λάβει τά ἀγαθά πού ἔχει ὑποσχεθεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τή λύτρωση ἀπό τά πάθη τῆς κακία»4.
1. Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, Κεφάλαια πάνυ ὠφέλιμα ΡΛΖ΄, ριζʹ.
2. Πρβλ. Ὁσίου Μακαρίου τοῦ Μεγάλου, Ὁμιλίαι Πνευματικαί, ΚΖ΄, 4, 5, 18.
3. Ἑβρ. 12:8.
4. Ὁσίου Μακαρίου τοῦ Μεγάλου, Περὶ ἐλευθερίας νοὸς λόγος 14.