ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 8ο)

Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς

8. Η πτώση και η μεταστροφή του αμαρτωλού

Ανάλυση της Παραβολής του Ασώτου.
Τα τρία στάδια της πτώσης και της μεταστροφής του αμαρτωλού.

Αφού εξετάσαμε το ζήτημα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου και τις πρώτες και βασικές αρετές -ταπείνωση, πνευματικό πένθος και αγάπη για την αλήθεια του Θεού- πρέπει να κατανοήσουμε όλη τη διαδικασία μεταστροφής ενός απολεσθέντος αμαρτωλού στο μονοπάτι της δικαιοσύνης. Το καλύτερο παράδειγμα γι΄ αυτό είναι η Παραβολή του Ασώτου που βρίσκεται στο Ευαγγέλιο του Λουκά[1]. Η παραβολή μας μιλάει για έναν μικρό γιο που επιβαρύνθηκε από τη φροντίδα του πατέρα του και μέσα στην ανοησία του αποφάσισε να τον προδώσει. Παρακάλεσε τον πατέρα του για το μερίδιο της περιουσίας και πήγε σε μια «μακρινή χώρα». Είναι σαφές σε όλους ότι αυτός ο ανόητος γιος συμβολίζει, κατά το Ευαγγέλιο, κάθε αμαρτωλό. Σήμερα, η προδοσία ενός ανθρώπου προς τον Θεό εκφράζεται συνήθως στο γεγονός ότι, έχοντας λάβει από τον Θεό «το μερίδιό του» -όλα όσα του έδωσε ο Θεός στη ζωή, παύει να πιστεύει στον Θεό ζωντανά, παύει να Τον σκέφτεται και να Τον φοβάται και, στο τέλος, ξεχνά εντελώς τον νόμο Του. Αυτή δεν είναι η «κοσμική» ζωή πολλών από τους σημερινούς «διανοούμενους» που δεν παρατηρούν ότι στην πραγματικότητα ζουν σε απόσταση από τον Θεό;…

Και στην μακρινή πλευρά, την τόσο δελεαστική από μακριά, ο ανόητος γιος δαπάνησε και σπατάλησε την περιουσία του, ζώντας πρόστυχα. Ομοίως, ο παράλογος αμαρτωλός σπαταλά την πνευματική και σωματική του δύναμη στην αναζήτηση αισθησιακών απολαύσεων και ζώντας «καυτή ζωή» απομακρύνεται όλο και περισσότερο, στην καρδιά και την ψυχή του, από τον Επουράνιο Πατέρα του.

Αλλά ο άσωτος γιος σπατάλησε την περιουσία του, άρχισε να λιμοκτονεί και έγινε χοιροβοσκός (δηλαδή βοσκός γουρουνιών -ακαθάρτων ζώων κατά τον Μωσαϊκό Νόμο). Και θα του αρκούσε να χορταίνει με χοιροτροφή, αλλά κανείς δεν του έδινε… Δεν είναι αλήθεια ότι ένας αμαρτωλός, που βρίσκεται εντελώς μπλεγμένος στα δίχτυα της αμαρτίας, πεινά πνευματικά, υποφέρει και μαραζώνει; Σε έναν ανεμοστρόβιλο κενής διασκέδασης και ακολασίας, προσπαθεί να γεμίσει το πνευματικό του κενό. Αλλά όλα αυτά είναι απλώς χοιροτροφή που δεν μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη της πείνας, από την οποία εξαντλείται το αθάνατο πνεύμα του…

Και ο άτυχος άνθρωπος θα είχε χαθεί αν δεν ήταν η βοήθεια του Θεού, ο Οποίος είπε ο Ίδιος ότι δεν θέλει τον θάνατο ενός αμαρτωλού, αλλά «τὸ ἀποστρέψαι τὸν ἀσεβῆ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ καὶ ζῆν αὐτόν»[2]. Ο άσωτος υιός άκουσε το σωτήριο κάλεσμα της χάριτος του Θεού -και δεν το απώθησε, δεν το απέρριψε, αλλά το δέχθηκε. Το δέχθηκε και συνήλθε, όπως συνέρχεται ένας ασθενής μετά από έναν οδυνηρό εφιάλτη. Και τότε ήρθε μια σωτήρια σκέψη: «Πόσοι μισθωτοί του Πατέρα μου έχουν άφθονο ψωμί, κι εγώ, ο γιος Του, πεθαίνω εδώ από την πείνα…»[3].

«…Θα σηκωθώ», αποφασίζει αμέσως, «και θα πάω στον Πατέρα μου και θα του πω: Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και ενώπιόν σου, και δεν είμαι πια άξιος να είμαι γιός Σου -πάρε με ανάμεσα στους μισθωτούς Σου»[4]. Σταθερή πρόθεση, τελική απόφαση. Σηκώθηκε «και πήγε στον Πατέρα του…»[5].

Πήγε -όλος εμποτισμένος με τύψεις, με φλεγόμενη συνείδηση της ενοχής και της αναξιότητάς του και ελπίδα για το έλεος του Πατέρα. Και ο δρόμος του δεν ήταν εύκολος. «Αλλά όταν ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο Πατέρας του (που σημαίνει ότι περίμενε και ίσως κάθε μέρα κοίταζε να δει αν ο γιος του επέστρεφε…) και τον λυπήθηκε και τρέχοντας έπεσε στο λαιμό του και τον φίλησε. Ο γιος άρχισε να ομολογεί: «Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και σε σένα, και δεν είμαι πια άξιος να λέγομαι γιός σου…»»[6]. Αλλά ο Πατέρας δεν τον άφησε να τελειώσει, έχει ήδη συγχωρήσει και ξεχάσει τα πάντα, και δέχτηκε ως αγαπημένο του γιο τον διαλυμένο και πεινασμένο χοιροβοσκό. «Υπάρχει περισσότερη χαρά στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί», είπε ο Κύριος, «παρά για ενενήντα εννέα δίκαιους που δεν έχουν ανάγκη μετάνοιας…»[7].

Έτσι λαμβάνει χώρα σταδιακά σε έναν άνθρωπο η διαδικασία της πτώσης και η μεταστροφή προς τον Θεό. Κάπως κατεβαίνει και ανεβαίνει τις σκάλες. Αρχικά, προδίδει τον Θεό, αφήνοντάς Τον «για μια μακρινή χώρα». Σε αυτή την αποξένωση από τον Θεό υπάρχει μια ολοκληρωτική υποδούλωση στην αμαρτία και τα πάθη. Τελικά, με την πλήρη πνευματική χρεοκοπία, την πνευματική πείνα και το σκοτάδι, ο αμαρτωλός έχει φτάσει στα βάθη της πτώσης. Αλλά τότε, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο, «όπου πλεόνασε η αμαρτία, περίσσευσε άφθονη η Χάρη»[8], που νουθετεί τον άνθρωπο. Ο αμαρτωλός δέχεται μια σωτήρια και ευγνώμονα κλήση (ή μπορεί να μη τη δεχτεί και να χαθεί, και, αλίμονο, συμβαίνει). Την αποδέχεται και συνέρχεται. Συνέρχεται και αποφασίζει με σταθερότητα να σπάσει τον δεσμό με την αμαρτία και να επιστρέψει μετανοημένος στον Ουράνιο Πατέρα. Ακολουθεί το μονοπάτι της μετανοίας -και ο Πατέρας βγαίνει να τον συναντήσει και τον δέχεται με συγχώρεση και την ίδια αγάπη…


[1] Λουκ. ιε΄ 11-24.
[2] Ιεζ. λγ΄ 11.
[3] «Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι!» (Λουκ. ιε΄ 17).
[4] «Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου» (Λουκ. ιε΄ 18-19).
[5] «Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ» (Λουκ. ιε΄ 20).
[6] «Ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου» (Λουκ. ιε΄ 20-21).
[7] «Λέγω ὑμῖν ὅτι οὕτω χαρὰ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἢ ἐπὶ ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίοις, οἵτινες οὐ χρείαν ἔχουσι μετανοίας (Λουκ. ιε΄ 7).
[8] «Οὗ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. ε΄ 20).

Scroll to Top